Στο σχολείο που πήγα από Νηπιαγωγείο μέχρι Τρίτη Λυκείου, τη φράση αυτή την είδα γραμμένη πολλές φορές.
Αναρτημένη στους τοίχους άλλοτε γραμμένη με καλλιγραφικά γράμματα πάνω σε χρωματιστό χαρτόνι, άλλοτε από γράμματα κομμένα σε κανσόν, άλλοτε προβεβλημένη από κάποιο προτζέκτορ, άλλοτε διαβασμένη, μεταφρασμένη, η φράση αυτή πάντα έπαιζε. Συνήθως περιτριγυριζόταν από φωτογραφίες. Θυμάμαι μερικές από αυτές : Ένα παράθυρο από αυτά που εγώ λέω «νοικοκυραίων ανθρώπων» με καλοσιδερωμένο κατάλευκο κουρτινάκι με κοφτό κέντημα. Ένα κλαδί αμυγδαλιάς ανθισμένο. Ένα ωραία στρογγυλό σιδερένιο τραπεζάκι με ένα ελληνικό καφέ κι ένα ποτήρι νερό στο δίσκο. Δεν ξέρω τι καταλάβαινα από αυτές τις εικόνες. Όμως τις θυμάμαι.
…
Η γιαγιά μου η Θεοδότη, μητέρα της μητέρας μου, στον Πόρο, ήταν ένας άνθρωπος που βασανιζόταν από μια ιδεοληψία για την τάξη και την συμμετρία. Το σίδερό της, ήταν τέλειο. Τα αμυγδαλωτά, οι κουραμπιέδες, τα μελομακάρονά της, τα τσουρέκια της τα ψωμιά της, ήταν όλα πάντα ίδιου μεγέθους, άψογου σχήματος. Τα ψωμιά, ειδικά τα γιορτινά, καλοκεντημένα, στολισμένα με αμύγδαλα και καρύδια και κεντίδια από ζύμη. Πάντα γυαλιστερά. Τα ρούχα που έραβε, ήταν από την ανάποδη τόσο ωραία όσο κι απ’ την καλή. Παντού καρικωμένα, καλοστριφωμένα. Τα κεντήματα και τα πλεκτά της με το βελονάκι, αψεγάδιαστα, κατάλευκα και σιδερωμένα στην εντέλεια. Όλα της, ήταν πολύ όμορφα. Κι εγώ, φορούσα τα πιο ωραία πλεκτά γιακαδάκια στο σχολείο. Οι άλλες μαμάδες ζητούσαν από τη μαμά μου το σχέδιο, και εκείνη απαντούσε, δεν το έπλεξα εγώ, η μητέρα μου. Ο παππούς μου, που τα τελευταία χρόνια της ζωής του δεν έβγαινε από το σπίτι, φορούσε πάντα παντελόνι με φρεσκοσιδερωμένη τσάκιση, «στάσου να το πατήσω μια στιγμή» και φρέσκο καθαρό πουκάμισο, ατσαλάκωτο σαν καινούργιο. Τα παπούτσια του τα γυάλιζε η γιαγιά κάθε μέρα και ο παππούς ήταν πολύ όμορφος.
Η γιαγιά ήταν τελειομανής. Όλα της ήταν τέλεια.
…
Όταν άρχισα να καταλαβαίνω τον Flaubert, αντελήφθην, ότι δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Το γραπτό του έπρεπε απλώς να είναι τέλειο. Η ομορφιά, υπήρχε γι αυτόν στην τελειότητα. Αργότερα ανακάλυψα τον Wilde και διαπίστωσα ότι ο αισθητισμός είναι παντρεμένος με την φιλοκαλία. Μ’ ένα Χατζιδακικό τρόπο, η ποιότητα ενέχει την ομορφιά, η ομορφιά την απλότητα και η απλότητα την ποιότητα. Η ευτέλεια, στην φράση των αρχαίων, προσδιορίζει φυσικά την απλότητα. Την λιτότητα. Και η φιλοκαλία την προυποθέτει.
…
Αργότερα κατάλαβα ότι οι άνθρωποι δεν αγαπούν τους αισθητιστές. Ίσως γιατί αυτοί τους ξεβολεύουν. Ίσως γιατί η εποχή που ζούμε διακατέχεται από μια μαρκετίστικη αισθητική, μια μαζικοποιημένη ομορφιά, η οποία ανάλογα με το φαίνεσθαι του καθενός καθορίζει το αισθητικό του πρότυπο. Έτσι η απλότητα έγινε “Less is more”. Η λιτότητα συνάντησε την επιτήδευση. Η φιλοκαλία εξοστρακίστηκε από το λεξικό και όσοι αγαπάμε τη μορφή, γίναμε «εστέτ».
…
Οι φίλοι μου με έχουν ακούσει συχνά να λέω, ότι θεωρώ την ομορφιά ύψιστη πολιτική αξία. Νομίζω ότι η ουσιαστική της επιδίωξη και η σφυρηλάτηση της ψυχής σ’ αυτήν, η παιδεία της ομορφιάς, σφυρηλατεί πολίτες. Πολίτες που δεν ανέχονται την ασχήμια. Σε καμμία έκφραση της ζωής. Αυτοί βέβαια οι πολίτες είναι κακοί καταναλωτές. Κι έτσι η δύναμη της οικονομίας δεν θα επιτρέψει ποτέ στην φιλοκαλία ν’ ανθίσει. Μπορούμε όμως να της δώσουμε μια ευκαιρία στην ψυχή μας.
…
Η αιτία για την οποία δεν μ’ αρέσει ο εορτασμός του Αγ. Βαλεντίνου ως Ημέρας των Ερωτευμένων, είναι όλη αυτή η νάυλον συνομωσία χαρτοπολών, ανθοπολών και ζαχαροπλαστών, να προσβάλλουν την αισθητική μου. Δεν αντέχω άλλο τα λούτρινα αρκουδάκια με κόκκινους φιόγκους. Τις κόκκινες καρδιές με λευκή νάυλον δαντελίτσα φρίλι γύρω-γύρω. Δεν μπορώ άλλο να βλέπω τον έρωτα να ταυτίζεται με ψεύτικης ομορφιάς γυναίκες και άντρες. Δεν μπορώ να φαντάζομαι όλους αυτούς τους ανθρώπους που θεωρούν υποχρέωσή τους να βγουν να «γιορτάσουν» μια μέρα που ακόμα και το σουβλατζίδικο της γειτονιάς έχει ταμπλ ντ’ οτ (τρομάρα του) και να τους σερβίρουν απελπισμένοι σερβιτόροι καταϊδρωμένοι και κατακουρασμένοι. Δεν αντέχω αυτό το κιτς των εορτασμών γενικότερα, αλλά η συγκεκριμένη γιορτή προσβάλλει την αισθητική μου ανεπανόρθωτα. Εκεί και μόνο εκεί αποδώστε την anti- Valentine στάση μου.
Τι σας προτείνω? Να ανακηρύξετε την συγκεκριμένη μέρα σε ημέρα φιλοκαλίας και να θυμηθείτε την ομορφιά. Αν βρείτε φίλους να μαζέψετε, μαζέψτε τους. Και κάντε ένα πάρτυ με κεντρικό θέμα την ομορφιά. Και την ποιότητα. Διαβάστε ποίηση, φωναχτά. Ακούστε το ρυθμό των ποιητικών φράσεων. Είτε με τους φίλους, είτε με τους συντρόφους σας, είτε μόνοι σας. Η ομορφιά, δεν θέλει πολλούς. Θέλει εσάς να την αναζητήσετε και να την αναγνωρίσετε. Ακούστε Χατζιδάκι. Απολαύστε τους στίχους του Γκάτσου, έναν-έναν. Απομονώστε τους και σκεφτείτε τους. Απολαύστε αν θέλετε ένα πολύ καλό κρασί ή ένα πολύ καλό ουίσκι αλλά αυτή τη μέρα, της ομορφιάς, δεν είναι ανάγκη να μαγειρέψετε. Αν θέλετε οπωσδήποτε να το κάνετε, διαλέξτε πολύ καλά υλικά και πολύ απλές συνταγές. Στολίστε πολύ όμορφα τα πιάτα. Είναι η μοναδική κληρονομιά της νουβελ κιουιζιν. Αξιοποιήστε την φιλοκαλώντας.
Μια άλλη ιδέα είναι να κάνετε ένα μπουφέ γλυκών με σαμπάνια. Φτιάξτε δυο – τρία γλυκά υψηλής ποιότητας και μοιραστείτε τα με τους φίλους σας στην υγειά της ομορφιάς. Κι αν θέλετε να κάνετε οπωσδήποτε ένα ολίσθημα στην παρακμή, ακολουθείστε αυτή τη συνταγή. Ανήκει σ’ αυτό που εγώ λέω «αμαρτίες ποιότητας».
Decadence noire
Θα χρειαστείτε :
3 κούπες αλεύρι για όλες τις χρήσεις
1 ½ κ.γ. baking powder
¾ κ.γ. αλάτι
350 γρ. μαύρη σοκολάτα
1 ½ κούπα βούτυρο κομμένο σε μικρά κομματάκια
1 κούπα πολύ δυνατό καφέ φίλτρου
1 1/3 κούπας μαύρο ρούμι
2 ¼ κούπας ζάχαρη
3 μεγάλα αυγά ελαφρα χτυπημένα
1 ½ κ.γ. εκχύλισμα βανίλιας
βούτυρο για το βουτύρωμα της φόρμας
κακάο για να πασπαλίσετε τη φόρμα.
Προθερμαίνουμε το φούρνο στους 150 βαθμούς.
Βουτυρώνουμε μια φόρμα που να χωράει 12 κούπες περιεχόμενο (3 λίτρα). Βουτυρώνουμε πολύ προσεκτικά ιδιαίτερα αν η φόρμα έχει πολλά σκαλίσματα. Κοσκινίζουμε τη σκόνη του κακάο σε όλη την επιφάνεια της φόρμας. Αναποδογυρίζουμε τη φόρμα και τινάζουμε όσο κακάο δεν έχει κολλήσει στο βούτυρο.
Σ’ ένα μπωλ, κοσκινίζουμε το αλεύρι, το baking powder και το αλάτι. Σε μεγάλο μεταλλικό μπωλ, λιώνουμε σε πολύ χαμηλή φωτιά σε μπαιν μαρί τη σοκολάτα μαζί με το βούτυρο, ανακατεύοντας ώσπου να λιώσει τελείως και να ομογενοποιηθεί το μείγμα. Κατεβάζουμε τη σοκολάτα από τη φωτιά και της προσθέτουμε ανακατεύοντας το ρούμι, τον καφέ και τη ζάχαρη.
Με ηλεκτρικό μίξερ χτυπάμε το μείγμα της σοκολάτας, προσθέτοντας λίγο-λίγο το αλεύρι και μετά τα ελαφρώς χτυπημένα αυγά και τέλος τη βανίλια ώσπου το μείγμα να ομογενοποιηθεί πλήρως. Αδειάζουμε το μείγμα στη φόρμα και την τοποθετούμε στη μέση του φούρνου.
Ψήνουμε για περίπου 1 ώρα και πενήντα λεπτά. Μετά την μιάμιση ώρα, ελέγχουμε με ένα σουβλάκι αν το κέηκ έχει ψηθεί. Το σουβλάκι πρέπει να βγαίνει με μικρά ψιχουλάκια κολλημένα επάνω του (ούτε τελείως καθαρό ούτε με ζύμη κολλημένη). Ανάλογα με το φούρνο, ίσως πάρει αρκετά λιγότερη ή αρκετά περισσότερη ώρα να ψηθεί σωστά. Λάβετε υπόψη σας ότι το μείγμα είναι πάρα πολύ υδαρές (μην τρομάξετε), η φόρμα πολύ μεγάλη και η θερμοκρασία σχετικά χαμηλούτσικη.
Όταν βγάλετε το κέηκ από το φούρνο, αφήστε τη φόρμα να κρυώσει ακουμπισμένη σε μία σχάρα τελείως. Θα χρειαστεί πολλές ώρες, ίσως και όλη τη νύχτα, εκτός αν το βγάλετε στο μπαλκόνι. Όταν είναι τελείως μα τελείως κρύο, αναποδογυρίστε το στη σχάρα για να το στολίσετε.
Ταιριάζει να το πασπαλίσει κανείς με άχνη. Μπορείτε όμως να το στολίστε και με ένα γλάσσο από κλασσική ganache (μισή κρέμα - μισή σοκολάτα). Αν δεν θέλετε να βάλετε γλάσσο, κλείστε το σε κουτί που να κλείνει αεροστεγώς ως τη στιγμή που θα το σερβίρετε και, σε κάθε περίπτωση, φυλάξτε το στο ψυγείο. Βγάλτε το από το ψυγείο 1 ώρα πριν το κόψετε.
Ελπίζω να την απολαύσετε. Και είτε συμφωνείτε είτε διαφωνείτε με τον εορτασμό της Ημέρας των Ερωτευμένων, σας εύχομαι έτσι κι αλλιώς, να ερωτευτείτε την ομορφιά και η μέρα αυτή να σημάνει για σας την αναζήτηση της φιλοκαλίας.
Να είστε ευτυχισμένοι.