Thursday, December 29, 2005

Το κόκκινο και το μαύρο


Leftovers
Originally uploaded by John Baird.

Το αγαπημένο μου χρώμα είναι το κόκκινο και οι αποχρώσεις του. Θέλω η ζωή να είναι φωτεινή και λαμπερή σαν τη φλούδα της ντομάτας γυαλισμένη πάνω στην μαγειρική ποδιά, όπως την κυττάζω και καθρεφτίζομαι μέσα της λίγο πριν τη δαγκώσω. Κόκκινο ντοματί παλλόμενο και λαμπερό.

Όμως αγαπώ και το μαύρο. Γιατί? Γιατί το μαύρο δίνει βάθος και βιμπράτο στα χρώματα της ζωής, όπως η καστανή ζάχαρη στη σοκολάτα. Είναι επίσης το χρώμα της περισυλλογής. Το χρώμα της συγκέντρωσης στον εαυτό σου.

Οι μέρες των γιορτών, είναι για μένα μέρες περισυλλογής. Μέρες πασπαλισμένες με την χαρακτηριστική εφηβική μελαγχολία που μακάρι να μην αποχωριστώ ποτέ. Ακόμα και φέτος, που οπλισμένη με μεγάλο θάρρος αποφάσισα να περάσω το βράδυ της πρωτοχρονιάς «αυτή τη νύχτα που σκοτώνει» με κέφι και αγαπημένους φίλους, αυτή η μελαγχολία με ζώνει. Νοιώθω ότι έχω ζήσει τη μισή μου ζωή. Αναρωτιέμαι αν ο τρόπος που την έζησα δικαιώνει το σκοπό της ύπαρξης του ανθρώπου. Δεν ξέρω. Νομίζω πως σ’ αυτά τα ερωτήματα δεν υπάρχει απάντηση.

Καμμιά φορά, ένοιωθα ένα εσωτερικό κρύο αυτές τις μέρες. Φέτος δεν το χω νοιώσει. Είμαι καλά. Όμως αυτή η συναισθηματική αναιμία που περιγράφει ο Ezra Pound, με θυμήθηκε. Και τα χρώματα απορροφήθηκαν όλα από την ψυχή μου με αποτέλεσμα να φαίνεται μαύρη. Όμως δεν είναι. Μην ξεχνάτε ποτέ ότι το μαύρο προκύπτει όταν μια επιφάνεια απορροφάει όλα τα χρώματα. Τα χρώματα λοιπόν, τα έχω. Και θα σας τα ξαναδώσω. Είναι που τα έχω λίγο ανάγκη για να περάσω τη νύχτα της πρωτοχρονιάς.

Δεν έχω New year’s resolution για φέτος. Είπα να ζήσω τη χρονιά που έρχεται με το μαλακό. Να μην πάρω αποφάσεις. Στο κάτω-κάτω, το «ντιβάνι» είναι εκεί και με περιμένει. Απόφαση δεν είναι κι αυτό? Κι ας είναι παρμένη πριν από χρόνια. Ίσως μια μικρούλα απόφαση να ήταν «να εκφράζω σ’ αυτό το blog όλα όσα περνάνε από το μυαλό μου και θα ‘θελα να μοιράζομαι» όχι μόνο συνταγές. Δεν ξέρω αν θα την πάρω. Υπάρχουν άλλοι μπλόγκερς που το κάνουν καλύτερα από μένα. Και δεν είναι μόνο αυτό, αλλά φοβάμαι καμμιά φορά μην μπω στο trip που πέφτει πολύς κόσμος και κυρίως οι διαδικτυακώς εκφραζόμενοι, ότι έχουν κάτι σημαντικό να πουν. Είμαι σε μια φάση αναζήτησης της ποιότητας. Κι αυτή η φάση συχνά με φιμώνει. Από φόβο ότι αυτό που θέλω να πω δεν χρειάζεται σε κανέναν. Δεν θα λείψει από κανέναν αν δεν το μάθει. Ίσως με στοιχειώνει τελικά ο Προμηθέας και το στοίχημά του.

Μπα,… αυτός ο μονόλογος ίσως πρέπει να τελειώσει τελικά μ’ ένα resolution. Να πιστέψω κάποια στιγμή ότι δεν είμαι supergirl. Μπορώ να κλαίω άφοβα. Αρκεί να μη συμβαίνει πάνω από την κατσαρόλα.

Καλή κι αγαπημένη χρονιά σε όλους.
Και για να μην ξεχνιόμαστε


«αγαπάτε με»


Η προστακτική, είναι παρακλήσεως και εκθέσεως σημαντική.

Tuesday, December 27, 2005

On the second day of Christmas, my true love sent to me

Two Turtle Doves
and a Partridge in a Pear Tree

Νοιώθω την ανάγκη να κάνω μια δήλωση :
Ότι συνταγή δημοσιεύεται σε τούτο εδώ το blog, έχει υλοποιηθεί στην κουζίνα του σπιτιού μου. Κοντολογίς είναι συνταγή δοκιμασμένη και πετυχημένη και ίσως για μερικούς ανορθόδοξη. Θέλω να πω μ’ αυτό, ότι μερικά υλικά που χρησιμοποιώ, μπορεί να μην σας τα πρότεινε κανένας επαγγελματίας μάγειρας. Όμως, στις ηρωικές ερασιτεχνικές κουζίνες, βγαίνουν θαύματα που προκύπτουν από την αφοσίωση, την αγάπη και τον πειραματισμό και ‘γω αυτά τα δικά μου θαυματάκια που για άλλους μπορεί να είναι καθημερινή ιστορία, αυτά μοιράζομαι μαζί σας.

Ένα τέτοιο θαυμαστό μπουτάκι θα σας περιγράψω σήμερα. Το μπουτάκι αγριόχοιρου της Δεύτερης Μέρας των Χριστουγέννων.

Ως εργένικο παιδί, ανήμερα τα Χριστούγεννα τρώω στη μητέρα. Ανταλλάσσουμε με τους γονείς τ’ αδέρφια και το βαφτιστήρι, τα Χριστουγεννιάτικα δώρα μας, μοιραζόμαστε το τραπέζι της μαμάς μου, στο οποίο ουδέποτε βοηθάω, η εντελώς ακαμάτρα, πίνουμε κρασάκι τρώμε σπιτικά γλυκά. Όλοι λέμε στη μαμά μου τι ωραία που μαγείρεψε, η μαμά μου εξαντλεί τα μαγειρική της ανησυχία βάζοντας ακτινίδιο στην αγγουροντοματοσαλάτα και ρόδι στην μαρουλοσαλάτα. Και όλοι είναι ευτυχισμένοι και καταχαρούμενοι, γιατί όσο ντεμοντέ και ψιλοαποτυχημένο να είναι το μαγείρεμα της μαμάς μου, είναι τόσο comforting, όσο πρέπει να είναι τα Χριστούγεννα.

Το βράδυ των Χριστουγέννων, το δράμα αρχίζει να εξελίσσεται στο δικό μου διαμέρισμα. Παλιότερα με post modern γεμιστό πουλί. Τα νεώτερα χρόνια με γουρουνάκι και φέτος με μπούτι αγριόχοιρου. Για να εξηγούμαι, «αγριόχοιρου εκτροφείου» αν αυτό το νοητικό άλμα, περιγράφει κάτι. Το αγριογούρουνο το ξεκίνησα πριν μερικά χρόνια, αλλά δεν το είχα μαγειρέψει ποτέ Χριστούγεννα και πάντα έπαιρνα μπριζολάκια και πάντα τα έφτιαχνα με γλυκόξινες σάλτσες. Πότε μύρτιλλα, πότε δαμάσκηνα, πότε πορτοκάλι, πάντα ξινά ή υπόξινα φρούτα στολίζανε τα μπριζολάκια μου, αλλά τόσο μεγάλο κομμάτι δεν είχα ξαναχειριστεί ποτέ. Είπα λοιπόν ν’ ανοίξω το Larousse καθώς κι ένα γαλλικό «τσελεμεντέ» που έχω δώρο από Παριζιάνους φίλους προ δεκαετίας. Δεν μπορώ να πω ότι διαφωτίστηκα. Ο μεν πρότεινε μαρινάρισμα επί 8άωρο, ο δε επί 48ωρο, όσο να πεις, μεγάλη διαφορά. Το ‘ριξα κι εγώ στον αυτοσχεδιασμό, και να τη προέξυψε.


Μέρος άλφον : Μαρινάτα
1 μπουκάλι Βιβλία Χώρα ροζέ
1 κούπα κόκκινο κρασί σπιτικό αλλά ευπρεπές
1 κούπα Μεταξά *** (σιγά μην έβαζα 7* στη μαρινάτα)
15 κεδρόμηλα.
Πολλά σποράκια άκοπο πιπέρι 5 κλωνάρι φασκόμηλο.
2 κ.σ. μουστάρδα πολύ δυνατή με εστραγκόν

Υπότιτλοι :
Όλοι οι οδηγοί προτείνουν ένα δυνατό κόκκινο κρασί για τη μαρινάτα του αγριόχοιρου. Σε επόμενη έκδοση, θα χρησιμοποιήσω μια Νεμέα ή μια Νάουσα. Όμως τώρα, δεν είχα. Η Βιβλία Χώρα μου βρέθηκε διοτι την άνοιξα πρόσφατα για να την πιούμε και είχε πάρει αέρα, οπότε τη φύλαξα για το φαί. Τσιγγανιά? Δε νομίζω. Εμένα μ’ αρέσει να το λέω αυτό, πλήρη αξιοποίηση των πόρων.
Οι οδηγοί επίσης προτείνουν δάφνη για μυρωδικό στη μαρινάτα. Πλην όμως ο καλικάντζαρος των Χριστουγέννων, μου την έφαγε και δεν την έβρισκα με τίποτε, ως εκ τούτου, έβαλα φασκομηλιά.

Εκτέλεση
Έβρασα όλα τα υλικά της μαρινάτας, να πάρουν δυο βράσεις και την απέσυρα από τη φωτιά. Όταν κρύωσε εντελώς, έβαλα το μπουτάκι (που είχα αγοράσει χωρίς το κόκκαλο) να μαριναριστεί εντός της. Το σκέπασα και το έβαλα στο ψυγείο επί 24ωρον (χρυσή τομή).

Μέρος Βήτον: Ψήσιμο
Ένα σακκουλάκι ξερά δαμάσκηνα χωρίς κουκούτσι πολύ καλής ποιότητας.
5 σκελίδες σκόρδο (τόσες μου ήρθε, τόσες έβαλα)
2 κ.σ. μουστάρδα από ολόκληρους κόκκους σινάπι
2 κ.σ. ελαιόλαδο
Πιπέρι χονδροτριμμένο ή σπασμένο στο γουδί.

Υπότιτλοι :
Αυτό που έμαθα από το Larousse, είναι ότι δεν πρέπει να μπει αλάτι σε καμμία φάση της προετοιμασίας ή του ψησίματος του κρέατος. Αυτό που ζητάμε (πάντα, ω πάντα) είναι το κρέας να είναι σφριγηλό και ζουμερό. Για να το επιτύχουμε αυτό πρέπει να αποφύγουμε κατ’ αρχήν το αλάτι το οποίο κάνει το κρέας να αποβάλει τους χυμούς του. Εμένα τώρα αυτό, μου έκατσε λαχείο, διότι προσωπική μου πεποίθηση είναι ότι το αλάτι, έχει την τάση να αλλοιώνει τη γεύση των φαγητών χωρίς να τους προσθέτει κανένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό. Αντιλαμβάνομαι ότι είναι απαραίτητο σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν φτιάξω για παράδειγμα ανάλατο ψωμί, αλλά στο κρέας το αποφεύγω εντελώς.

Εκτέλεση :
Χτυπάμε όλα τα υλικά στο γουδί, να γίνουν μια πάστα και τρίβουμε μ’ αυτήν στοργικά το μέσα και το έξω του κρέατος. Γεμίζουμε το μπουτάκι με τα δαμάσκηνα και το τυλίγουμε σε ρολλό. Το δένουμε με σπάγγο για να κρατήσει το σχήμα του.
Ζεσταίνουμε βούτυρο στο τηγάνι και τσιγαρίζουμεπρώτα τις δύοάκρες του ρολλού φορώντας γάντια και κρατώντας το μπουτάκι με τα χέρια (ξέρω μια κυρία που για κάτι τέτοιες δουλειές, είχε αγοράσει γάντια πυροσβέστη – ο καθείς με τις νευρώσεις του). Ύστερα το τσιγαρίζουμε ολοτρόγυρα, ώσπου να αποκτήσει μια κρούστα που θα κρατήσει σφραγισμένους τους χυμούς στο εσωτερικό της.
Μετά από αυτή τη διαδικασία, βάζουμε το κρέας σε ταψάκι χωρίς τίποτε άλλο. Τώρα εγώ σ’ αυτή την περίπτωση το βουτύρωσα πρώτα το ταψάκι γιατί το έχει το βούτυρο το κακό το ριζικό μου κι όχι γιατί αντικειμενικά πίστευα ότι χρειαζοταν. Το σκέπασα με αλουμινόχαρτο και το πέταξα στο φούρνο στις 10:00 το βράδυ για 2 ώρες στους 120 βαθμούς και όλη τη νύχτα στους 90.
Το πρωί με την αυγούλα, ξύπνησα χαρούμενη και με τον τρισχαρούμενο σκύλο μου τρέξαμε χαρωπά στην καταχαρούμενη μοσχοβολούσα κουζίνα μας να επιθεωρήσουμε το μπουτάκι ο καθείς για τους λόγους τους. Το έβγαλα από το φούρνο και το ζούληξα με τα χέρια για να βεβαιωθώ για την υφή του. Ήτο σφριγηλό όσο και τζούσυ!!!!
Το ξεσκέπασα από τα αλουμινόχαρτα το γύρισα το πάνω κάτω και να ξεροψηθεί και η κάτω πλευρά για καμμιά ώρα και ύστερα έφταξα ένα γλάσσο από δύο κουταλιές μαρινάτα συμπυκνωμένη (ακολουθεί ειδικό κεφάλαιο) και δυο κουταλιές σάλτσα κυδωνιού χειροποίητη που την αγόρασα στο μπαζάαρ. Το ξαναγύρισα στο φούρνο να γλασσαριστεί στο γκριλ. Κούκλα. Το έβγαλα από το φούρνο το σκέπασα με αλουμινόχαρτα και το προσπάθησα να το διατηρήσω ζεστό κλείνοντάς το στον (σβηστό) φούρνο μικροκυ(κλω)μάτων.

Παρένθετο μέρος βήτον τονούμενον : Τι απέγινε η μαρινάτα.
Μαρινάτα από μπουτάκι αγριόχοιρου
2 κύβουλες ζωμού, εντελώς πανέτοιμοι από καιρό και θαρραλέοι.

Υπότιτλοι :
Εννοείται πως το Larousse, πρότεινε να χρησιμοποιήσει κανείς ζωμό κυνηγιού.
Βεβαίως, αν είσαι ο Escoffier, o Ducasse ή άλλος σεφ, του αυτού διαμετρήματος, έχεις και ένα τόννο κόκκαλα από κυνήγι τα οποία βράζεις και κάνεις fond brun clair, ακολούθως sauce demi-glace ή απλό fond. Έλεος. Στις οικιακές κουζίνες ούτε μια φορά δεν θα βράσεις κόκκαλα για να το κάνεις αυτό, για δύο λόγους. Κατ’ αρχήν γιατί θα μ’ εμπιστευτείς, όταν σου πω πως έτσι και κάνεις σπιτική ντεμί γκλας και την δοκιμάσεις και βάλεις δίπλα και μια κονσερβοποιημένη, ένα και το αυτό. Έπειτα γιατί η αστική σου κουζίνα, 99% είναι σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων από το αστικό σου σαλόνι το οποίο εφεξής θα βρωμάει κοκκαλίλα . Σημαντικότερο ? Υπάρχει και μια περίπτωση η γεύση του κύβου να είναι συνθετική και να αποφύγεις την πιθανότητα να πάθεις κρώυτσφελντ -γιάκομπς (-σουσάρ-παυλίδης). Θες κι άλλα? Βάλε βρε ψυχή μου δυο κύβους και μη ρωτάς πολλά.

Κι άλλοι υπότιτλοι :
Γενικώς δεν χρησιμοποιώ ποτέ κύβους. Ειδικά λαχανικών. Ποτέ. Ο ζωμός λαχανικών γίνεται στο πιτς φιτύλι και δεν μυρίζει και κνορίλλα. Όμως μια φορά το χρόνο που θα μαγειρέψεις ένα τέτοιο φαί, δεν βλάπτει να κάνεις μια παρασπονδία. Κι άσε τις κυρίες και τους κυρίους που ομνύουν στον σπιτικό ζωμό βοδινού στα περιοδικά γεύσης (που όλα διανέμονται δωρεάν θυμίζω με εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας) να λένε. Κάπως πρέπει να βγάλουν το ψωμί τους κι αυτοί.

Εκτέλεση :
Βράζουμε σε πολύ χαμηλή φωτιά την μαρινάτα μαζί με δυο κύβους ζωμού βοδινού, ώσπου να μείνει η μισή σε όγκο. Το παρασκεύασμα αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν άρτυμα σε άλλες σάλτσες. Επειδή είναι πολύ συμπυκνωμένο, βάζουμε λίγο.

Μέρος γάμμον : Gravy
Ζουμάκια του κρέατος από το ταψάκι
2 κουταλιές συμπυκνωμένη μαρινάτα
25 γρ. βούτυρο
2 κ.σ. κορν φλάουρ
2-3 κ.σ. σάλτσα κυδώνι

Χωρίς υπότιτλους.

Εκτέλεση
Λιώνουμε το βούτυρο σε κατσαρολάκι, προσθέτουμε το κορν φλάουρ και σωτάρουμε ελαφρά. Αδειάζουμε στο κατσαρολάκι το σουρωμένο ζουμάκι από το ταψί και το ενσωματώνουμε «en fouettant» (πάντα ήθελα να χρησιμοποιήσω αυτή την έκφραση) χτυπώντας δηλαδή δυνατά με το σύρμα για να μη σβωλιάσει. Προσθέτουμε τα άλλα δύο υλικά και το αφήνουμε να πάρει μια βράση ανακατεύοντας συνεχώς μέχρις η σάλτσα να γίνει γυαλιστερή και διαυγής αν και σκούρα. Την κατεβάζουμε από τη φωτιά και την βάζουεμ σε σαλτσιέρα. Παρουσιάζουμε στο τραπέζι το μπουτάκι σε μακρόστενη πιατέλα και το κόβουμε σε φέτες παρουσία του πελάτου σερβίροντας ως καλές οικοδέσποινες. Όποιος θέλει (όλοι) γαρνίρει με τη σάλτσα.

Συνοδεύουμε το μπουτάκι με πουρέ κάστανου.

Πουρές κάστανου για ακαμάτρες: (τον έκανα φέτος)
Αγοράζουμε από το ντελί και τρις ντελί έτοιμο πουρέ κάστανου. Το ζεσταίνουμε σε πολύ χαμηλή φωτιά αραιώνοντας όσο θέλουμε με κρέμα γάλακτος. Αλατίζουμε επαρκώς (εδώ χρειάζεται οπωσδήποτε το άλας). Αρωματίζουμε με μοσχοκάρυδο.

Πουρές κάστανου για δούλες και κυρές. (τον έκανα πρόπερσυ)
Αγοράζουμε κάστανα. Τα βράζουμε, τα ξεφλουδίζουμε, τα ξαναβράζουμε, τα παιρνάμε από το πας πουρέ, ή τα λιώνουμε με το ειδικό εργαλείο μες στην κατσαρόλα για να μη λερώνουμε πολύ τσάντζαλο. Συνεχίζουμε ως άνω.

Πουρές κάστανου για ντεμί ακαμάτρες – ντεμί δούλες και κυρές. (τον έκανα πέρσυ)
Αγοράζουμε κάστανα σε κονσέρβα. Τα λιώνουμε ως άνω. Συνεχίζουμε ως παρά-άνω.

Καλή όρεξη, από την καρδιά μου.
Για την ιστορία : το κρέας ήταν το καλύτερο ψητό κρέας της μέχρι σήμερα καριέρας μου. Η σάλτσα ομοίως. Ο πουρές, ομοιότατα.

Α! μην ξεχάσω. Το συνόδεψα με κτήμα Γκόφα. Μια μεστή, σωματώδη Νεμέα. Στην υγειά σας.

Αν και ντρέπομαι να αφιερώσω τη συνταγή αυτή στον Αθήναιο, εν τούτοις, θέλω να τον ευχαριστήσω γιατί ξεχωρίζει τόσο πολύ από το σωρό των επαγγελματιών που απευθύνονται στον κόσμο αφ’ υψηλού. Είναι άμεσος και ευγενής, και όσο κι αν θέλει να φαίνεται επιτηδευμένος (ίσως γιατί αυτό αρέσει στα κορίτσια), είναι γλυκός και προσγειωμένος και οι αρχάριοι μάγειρες τον αγαπούν γιατί τους νοιάζεται. Αθήναιε, πραγματικά ξεχωρίζετε. Ευχαριστώ για όλα και είμαι σίγουρη ότι εκφράζω πολλούς αναγνώστες σας. Μου ξαναδώσατε το θάρρος της γνώμης μου.

Thursday, December 22, 2005

Για τη Λουκρητία

Τα έχω πει και τα έχω ξαναπεί για το φόρτο εργασίας μου, ας μην τα επαναλάβω.
Αυτός είναι που με στερεί από την ικανότητα να περιδιαβαίνω τα μπλογκς και κυρίως να τα σχολιάζω. Βέβαια σ’ αυτό φταίει και η αιδημοσύνη. Μου φαίνεστε όλοι (κάλά όχι όλοι, όμως οι περισσότεροι), ευφυέστεροι, ωραιότεροι, πιο ενημερωμένοι και απείρως περισσότερο ταλαντούχοι. Μου φαίνεστε επίσης πολύ καίριοι. Τόσο, που ότι και να πω, είναι απλώς λίγο. Αυτά για να μη νομίζετε ότι επειδή δεν σας σχολιάζω, δεν σας διαβάζω κιόλας! Να εξηγούμαστε να μην παρεξηγούμαστε.
Επίσης για να εξηγήσω, πόσο ξαφνιάστηκα από την αναπάντεχη πρόταση της Λουκρητίας, να με διαβάσετε για να ξεστραβωθείτε, τώρα τις γιορτές. Ούτε τώρα τις γιορτές, ούτε ποτέ θα ξεστραβωθείτε διαβάζοντάς με. Το πολύ που έχετε να κερδίσετε είναι το παιχνίδι της ανακάλυψης της γεύσης που ενίοτε το φτάνω στα άκρα, όπως μπορείτε να διαπιστώσετε αν φτιάξετε για παράδειγμα την black forest μου ή την τάρτα λεμονιού μου. Η μία θεωρείται ως έχουσα λασπωμένο παντεσπάνι και η άλλη ξινή του κερατά. Έτσι όμως είμαι κι εγώ υπερβολική, ακραία και κυρίως ανακαλύπτω την γεύση «έτσι ψαχτά με την αφή» που λέει και το τραγούδι.

Αυτό όμως αγαπητή μου Λουκρητία κι αγαπητοί μου Όλοι, δεν το κάνω τις γιορτές. Γιατί όπως είπε κι ο Αθήναιος, και την κουαφιρ μου θέλω να κάνω και το μανικιούρ μου με τα δέοντα στρασσια (διότι αν δεν ξεφτιλιστεις στυλιστικά τώρα που το καλεί το εορταστικόν κιτς, πότε θα το κάνεις?) και τα βουίσκια μου θέλω να πιω στα Κολωνάκια (το μπέρμπον τόχω μόνο για τσι μαρινάδες, φίλτατε Αθήναιε, άντε και για μερικά μπανιαρίσματα και ντι-γκλέηζινγκς). Χώρια που ένας από τους βασικότερους λόγους που δεν κάνω οικογένεια είναι ότι είμαι ΤΕΜΠΕΛΑ!!!!

Όμως επειδή (αληθινά) σε συμπαθώ και μ’ έριξες παλιόπαιδο με το ποστάκι, σου γράφω κι εγώ τα tips της τεμπέλας Belle du Jour, γιατί έτσι κι αλλιώς, οι καλύτερες δεξιώσεις, είναι για δύο.

Κάνω λοιπόν εγώ τα εξής.

Αγοράζω πράγματα ακριβά και εξαιρετικά, γιατί εξυπακούεται ότι χρήζουν σεβασμού και απλότητας και ως εκ τούτου δεν χρήζουν μαγείρεμα.
Πάρε λοιπόν :
ένα foie gras entire,
μια κονσέρβα χαβιάρι αυθεντικό ή μπρικ,
μισό κιλό σολωμό Μπέργκεν από τον καλό,
δυο τυριά Π.Ο.Π. (εξαιρούνται η φέτα, και όλα τα κατσικίσια) κατά προτίμηση εξωτερικού που κάνει και πιο σικ.
Δυο-τρεις ΠΟΛΥ ΟΜΟΡΦΕΣ σαλάτες με έντονα χρώματα κι ένα γλαστράκι σχοινόπρασσο.
Μερικά εξωτικά φρούτα.
Μια μεγάλη ποικιλία κράκερς και γκοφρετών για τυριά.


Μια καλή (και το εννοώ) σαμπάνια. Όχι σπουμάντε.

Φτιάξε μια ωραία ζαρντινιέρα με τις σαλάτες και σπείρε από πάνω φέτες από τα φρούτα, ή κόκκινα σποράκια ροδιού. Βάλε κι ένα ξηροκάρπι της προκοπής, μακαντέμια, κουκουνάρι, κάτι τέτοιο. Ράντισε την σαλάτα με σιρόπι από μπαλσάμικο και τρουφόλαδο (καλό).

Στρώσε το τραπέζι με το καλό σερβίτσιο

Στόλισε πάνω στο τραπέζι με φαντασία εδώ τα τυριά, εκεί το σολωμό, πιο κει το φουά γκρα, και στη μέση μέσα σε ένα μπωλάκι με πάγο, βάλε σε ένα μικρό ασημένιο μπωλάκι το χαβιάρι.

Η συνέχεια επί της οθόνης. Μην φοβηθείς, ότι όλα αυτά τα πράγματα δεν συνδυάζονται. Τα ακριβά πράγματα σχεδόν πάντα συνδυάζονται. Αν θες τώρα να το παίξεις και λίγο, ελάχιστο μαγείρεμα (λέμε τώρα),

Κόψε λίγο από τον σολωμό σε μικρά κομμάτια χτύπησε μια σαντιγύ άγλυκη με λίγο χυμό λεμονιού (στο τέλος) και λίγο σχοινόπρασσο, ανακάτεψέ τον απαλά μέσα (πάει πολύ και η πέστροφα) και σέρβιρέ τον με λίγο κάρδαμο και δίπλα μια μους λεμονιού σαν αυτή που λέει ο Αθήναιος, χωρίς ζάχαρη.

Το πιάτο σου θα γίνει κάπως έτσι.

(δεν μου φορτώνει την φωτογραφία Και πρέπει να πάω για shopping)

Τύλιξε τέταρτα λεμονιού σε τούλι χρωματιστό (όχι πως θα παρεξηγηθεί με το άσπρο) κατά προτίμηση από μπομπονιέρα. Στόλισέ τα και με τη δέουσα πρασινάδα και μερικές φέτες φρυγανισμένο ψωμί (κατά προτίμηση όχι του τοστ, όπως φαίνεται στη φωτογραφία).,



Για γλυκό?

Σοκολατάκια ταισμένα στο στόμα με την υπόλοιπη σαμπάνια.

Καλά, και κυρίως ξεκούραστα Χριστούγεννα!

Χριστουγεννιάτικο Δωράκι στον εαυτό μου και σε όλους.

Ως γνησίως εργένικο παιδί, έχω πάρει τη συνήθεια εδώ και χρόνια, να κάνω κάθε Χριστούγεννα ένα δώρο στον εαυτό μου.
Μόνο μια φορά, αγόρασα ένα κόσμημα, δεν είμαι και πολύ των τζοβαϊριών, αλλά αυτά ήταν ωραία σκουλαρίκια. Τις άλλες φορές, έπαιρνα –φετιχιστικά- παπούτσια ή ντελικατέσια, εναλλάξ η μαζί! Φέτος με έστειλα στη Βιέννη. Από όπου φυσικά έφερα και παπούτσια και ντελικατέσια. Φευ!

Η Βιέννη είναι η χώρα του Ποτέ-Ποτέ για τα Χριστούγεννα των αστών εργένηδων. Είναι η πόλη που συνδυάζει το glamour με το class. Την αυτοκρατορική αύρα με την μεταμοντέρνα απλότητα, τον καλό καφέ με pampering γλυκά και την αυστηρότητα με το χαμόγελο. Έχει βέβαια, όπως κάθε πρωτεύουσα που σέβεται τον εαυτό της και μια σουρεαλιτέ, environmental conscious κατοίκους που φοράνε γούνες…

Τι είδα : Ας ξεκινήσω από το τι δεν είδα. Δεν είδα τα κατά τόπους ανάκτορα.
Πέρασα ώρες στις Χριστουγεννιάτικες αγορές, και μια ολόκληρη μέρα από τις 4 που είχα στο Leopold Museum (που φιλοξενεί σε μόνιμη έκθεση τους Αυστριακούς ιμπρεσσιονιστές Schiele, Klimt κλπ και φέτος φιλοξενούσε σημαντικά εκθέματα του Μουσείου του Ορσαί εκ Παρισίων) και το MOMUK (το μουσείο μοντέρνας τέχνης με μόνιμα εκθέματα, των Μοντέρνων Κλασσικών, της Σύγχρονης Τέχνης καθώς και μια αίθουσα αφιερωμένη στο κίνημα του Νεορρεαλισμού). Κερασάκι στην Τούρτα???? Μερικοί από εσάς μπορεί να ζηλέψετε. Το Leopold φιλοξενεί φέτος μια έκθεση από φόρμες ζαχαροπλαστικής και μαγειρικής, μερικές από τις οποίες είναι και 300 ετών, σε μια πολύ ενδιαφέρουσα σύγκριση, με μεγάλα αρχιτεκτονικά μνημεία σε όλος τον κόσμο. Δυστυχώς δεν πρόλαβα να σκανάρω το φυλλαδιάκι για να σας δείξω μια φωτογραφία, αλλά θα το κάνω ωσονούπω. Τι στην ευχή, διακοπές έρχονται. Θα πει και ναι! Θα βρω και λίγο χρόνο για τον εαυτό μου.

Κατά τα λοιπά, είδα τα καφέ, τους υπέροχους πεζοδρόμους με τον καταπληκτικό στολισμό, ήπια τόνου γκλουβάιν, και παντς μούρων, έφαγα «βρώμικα»

(langos, hot dogs, και διάφορα σνακς πατάτας) έφαγα και κυριλέ, από το all time classic schnitzel, μέχρι 5 είδη σούπας, και σαλάτες με φραμπουάζ και ξύδι σαμπάνιας! Μ’ αρέσει η κακομάθηση βρε παιδί μου έχω μια φυσική ροπή σ’ αυτήν!!!

Φυσικά, μάζεψα και κρύο. Κρύο τρικούβερτο για την ακρίβεια. Είδα και το πρώτο χιόνι στρωμένο στους κήπους, τα πεζοδρόμια και τα κεραμίδια. Ωραία ήταν παγωμένες μύτες, παγωμένο αλλά μ’ ένα τρόπο ζεστό-ζεστό χαμόγελο. Κουταλιές γλυκών, και καφέδες mélange, (μου είναι αδύνατο να πιω τον καφέ μου μαύρο, αλλά με σώνει ότι δεν του βάζω ποτέ ζάχαρη).

Το ψώνισα : Τυριά και αλλαντικά. Άλλα από το δρόμο,














άλλα από ντελικατέσια.















Γλυκειά μουστάρδα, βαζάκια δύο. Σοκολατάκια με τρούφα (αληθινή, tuber) που μου έφερε και την ιδέα, αντί για βούτυρο ή αμυγδαλόλαδο να γυαλίζω την ganache bitter μου με τρουφόλαδο του Πιεμόντε. Τι λέτε γι αυτό Αθήναιε? Ίσως αν έτριβα μέσα και ολίγη από tuber estivum? Πήρα κι ένα Sachertorte με το σκεπτικό ότι αφού δεν είδα την κρεβατοκάμαρα της Σισσυ με παίρνει ως προς αυτό να ακολουθήσω το τουριστικό κιτς. Και στο αεροδρόμιο αγόρασα ένα μπουκάλι Tettinger ροζέ για τη νύχτα της πρωτοχρονιάς. Αγόρασα την αφίσα της έκθεσης με τις φόρμες και όλα τα Χριστουγεννιάτικα δώρα μου από το μουσείο. Ακόμα και καλαθάκι για το σάντουιτς του βαφτιστηριού, που θα πάει 1η του χρόνου, με ζωγραφιά του Van Gogh.




Αγόρασα κι ένα καπέλλο, μια εκρού τόκα με συνθετική γούνα και το στόλισα με μια καρφίτσα σβαρόφσκι σε σχήμα τερριέ. Έτσι για συνειρμό με τη Μάγια. Της Μάγιας της έφερα μια αρμαθιά λουκάνικα για σκύλους (βιολογικής κτηνοτροφίας παρακαλώ). Το καθίκι, ανακάλυψε το κουτί, το έσκισε και τα έφαγε όλα σε ένα βράδυ. Κι αν σου κάτσει???!!!
Ύστερα, φόρεσε το καπέλλο μου, κι έκανε την πολύ ωραία.







Φέτος τα Χριστούγεννά μου άρχισαν στις 13 Νοεμβρίου, που πήγα με το βαφτιστήρι, να δούμε τον Καρυδοσπάστη Ον Αις. Μ’ αρέσει που κρατάνε τόσο πολύ καιρό. Μ’ αρέσει που κάθε Σαββατοκύριακο από τότε, είναι πιο χαρούμενο, έντονο κι ανέμελο. Μ’ αρέσει που οι γιορτές συνεχίζονται και σας βρίσκω όλους καλά, αγαπημένους, (μερικούς με μεγάλες δημοσιογραφικές επιτυχίες : Συγχαρητήρια) ορεξάτους και εμπνευσμένους.

Καλά Χριστούγεννα. Με αγάπη το λέω. Και καλή συνέχεια στη γιορτή!

Wednesday, December 14, 2005

Η μαγεία των Χριστουγέννων
















Μερικές από τις χειροτεχνίες του Bazaar

Για μερικούς ανθρώπους, η προετοιμασία των Χριστουγέννων ξεκινάει μήνες πριν. Συνήθως αυτό συμβαίνει με όσους έχουν μαγαζιά ή επαγγέλματα που σχετίζονται με τις γιορτές. Διαλέγουν εορταστική διακόσμηση, κανονίζουν πάρτυ, ετοιμάζουν εκδηλώσεις, όλα όσα τελος πάντων είναι αυτά που καθιστούν τον Δεκέμβριο μήνα γιορτής.

Το ίδιο συμβαίνει και σε μερικά σπίτια της Αθήνας. Και ειδικά σε τρία σπίτια στη Νέα Σμύρνη. Της κυρίας Λίτσας, της κας Μαρίας και της κυρίας Μάρως. Αυτοί οι τρεις άνθρωποι, ξεκινάνε τις ετοιμασίες των Χριστουγέννων γύρω στο Σεπτέμβρη.
Καταμερίζουν τις εργασίες, οργανώνονται, συλλέγουν πρώτες ύλες κι αρχίζουν σιγά σιγά σε allegro ma non tropo, συνεχίζουν σε allegro vivace και με ένα δυναμικό crescendo ολοκληρώνουν τις ετοιμασίες 1-2 εβδομάδες πριν τις γιορτές. Αυτές οι τρεις κυρίες, είναι προικισμένες με φοβερά χαρίσματα. Κατ’ αρχήν είναι ευγενής και επικοινωνιακές. Έχουν λαμπερά μάτια και καθαρό βλέμμα και όλοι όσοι τις ξέρουν είναι αδύνατον να τους αντισταθούν. Έχουν και το φοβερό χάρισμα της αυτοέκθεσης. Δεν φοβούνται να ζητήσουν. Ίσως γιατί δεν ζητούν ποτέ για τον εαυτό τους. Ζητούν για τους άλλους και το ήθος τους κάνει αναντίρρητα άγιο το σκοπό και τα μέσα τους.
Φέτος όπως και τα τελευταία 3 χρόνια, άρχισαν να μαζεύουν κληματόβεργες από τον τρύγο για να φτιάξουν στεφάνια Χριστουγεννιάτικα. Την ίδια περίοδο, είχαν ήδη ζητήσει από τους φίλους τους και εκείνοι είχαν ήδη υποσχεθεί, άλλη κουραμπιέδες με βούτυρο αγνό από τη Σύρο, άλλη χειροποίητα αγγελάκια με κεφαλάκια από παπιέ μασέ και φουστανάκια πλεκτά στο βελονάκι, άλλος βιβλία, άλλος γλυκά του κουταλιού, κρασί και τσίπουρο. Το μυαλό τους όλους αυτούς τους μήνες περιστρέφεται γύρω από το ποιες χειροτεχνίες μπορούν να προσφέρουν για να πουληθούν στο Χριστουγεννιάτικο μπαζάρ των Δρόμων Ζωής. Κεριά χειροποίητα, αρωματικά χώρου από πορτοκάλι και γαρύφαλλο, λιαστές ντομάτες, σουπλά γεμισμένα με ρύζι και γαρύφαλλο για να κουμπήσεις απάνω το πυρέξ και να μοσχοβολήσει το σπίτι. Κοσμήματα, Χριστουγεννιάτικα στολίδια, στεφανάκια πάνινα, μηλοπιτάκια, ρινίσματα αγάπηςκαι κονίαμα πίστης ανακατεύονται επί τρεις μήνες σ’ αυτή τη γειτονιά με προορισμό το Γκάζι και ημερομηνία παράδοσης τη 10η Δεκεμβρίου. Σ’ εσάς.

Την ίδια στιγμή, σε μια άλλη γειτονιά της Αθήνας τρεις άλλοι άνθρωποι αγωνίζονται για να παράξουν ένα άλλο θαύμα. Να πείσουν τα παιδιά του κέντρου, όχι απλώς ότι είναι ισότιμα μέλη αυτής της κοινωνίας που κλωτσάει με το μυτερό της σιδερένιο παπούτσι, αλλά ότι είναι σε θέση προσφέροντας από τη δική τους δημιουργία να βοηθήσουν τους εαυτούς τους και την κοινωνία που κλωτσάει. Τα ονόματά τους? Είναι η Αντωνία, ο Μπάμπης και ο Θοδωρής. Η Αντωνία είναι δικηγόρος. Όμως τα Σάββατα γίνεται δασκάλα αγγειοπλαστικής στο Γκάζι και φτιάχνει με τα παιδιά στο μάθημα του πηλού χριστουγεννιάτικα στολίδια για το δέντρο σας. Τα ψήνει, ύστερα τα παιδιά τα βάφουν, το καθένα το δικό του στολίδι, που έφτιαξε με τα χέρια του και τους κολλάνε κρεμαστράκια. Στην ίδια αίθουσα, ο Θοδωρής με τον Μπάμπη, ο ένας φοιτητής της Αρχιτεκτονικής κι ο άλλος ιδιωτικός υπάλληλος βάζουν τα παιδιά να φτιάξουν ζωγραφιές κι αργότερα να τις κολλήσουν σε σκληρά χαρτόνια και να προσαρμόσουν επάνω τους μηχανισμούς ρολογιών και δείκτες. Τα ρολόγια των παιδιών, θα πουληθούν κι αυτά στο παζάρι και μαζί μ’ αυτά οι φιγούρες του θιάσου του καραγκιόζη που ο Θοδωρής κι ο Μπάμπης φτιάχνουν μόνοι τους στο σπίτι.

Γιατί γίνονται όλα αυτά? Γιατί αυτοί οι άνθρωποι έχουν μια περίσσεια αγάπης που κάπου πρέπει να τη διοχετεύσουν αλλιώς θα εκραγούν. Κι έχουν και πίστη. Πίστη ότι ο κόσμος αλλάζει. Αλλάζει αν θέλει κανείς να τον αλλάξει και κάνει κάτι γι αυτό. Ε, αυτοί, είναι που κάνουν κάτι γι αυτό.

Προβλήματα? Σωρό! Ούτε που μπορείτε και μπορώ να φανταστούμε τι προβλήματα έχει ο κάθε ένας από αυτούς τους ανθρώπους όταν κλείνει η πόρτα του. Είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι, άλλοι με επαγγελματικά, άλλοι με προσωπικά, άλλοι με οικογενειακά προβλήματα άλλοι με προβλήματα υγείας, ακριβώς όπως εσείς κι εγώ. Βλέπετε, η ζωή όλων μας μάλλον ορίζεται από τα προβλήματα που μας προσφέρει, παρά από τις χαρές. Όμως όλοι αυτοί οι άνθρωποι, με την απλή πίστη ότι είναι προνομιούχοι σε σχέση με άλλους, δίνουν από το υστέρημά της ενέργειάς τους για να εξασφαλίσουν σε κάποιους ανθρώπους ένα καλύτερο αύριο.

Ο Μπουφές !!!!

Ύστερα, είσαστε εσείς. Όλοι εσείς που περιμένετε να μαζευτούν οι δουλειές όλων αυτών των ανθρώπων πασπαλισμένες με την αγάπη και τυλιγμένες με την πίστη τους και να τρέξετε να μετουσιώσετε την δική σας αγάπη σε χρήμα για να τις «αγοράσετε». Να τις τιμήσετε έπρεπε να λέμε με τη δική σας αγάπη και πίστη και είτε να τις κρατήσετε στο σπίτι σας διπλοαγαπημένες και ψυχοτυλιγμένες είτε να τις προσφέρετε τυλιγμένες με ζελατίνα τρυφερότητας σ’ αυτούς που αγαπάτε περισσότερο στον κόσμο.

Θέλω να σας ευχαριστήσω όλους. Εσάς για την τιμή της αγάπης και της εμπιστοσύνης σας και τους εθελοντές των Δρόμων, την κυρία Λίτσα την κυρία Μαρία, την κυρία Μάρω, την άλλη κυρία Μαρία, την Αντωνία, το Θοδωρή, τον Μπάμπη, κιαυτούς, που δεν έμαθα τα ονόματά τους, για το μάθημα που έλαβα από αυτούς. Το μάθημα του να μετουσιώνεις σε πράξη την ανάγκη σου για αλλαγή. Η αποδοχή τους στην ομάδα τους με κάνει πολύ πλουσιότερη σαν άνθρωπο. Και κανένα ευχαριστώ δεν είναι αρκετό.

Αυτοί οι άνθρωποι υλοποίησαν και το φετινό παζάρι, αυτοί οι άνθρωποι έστησαν τις ψυχές τους σαν σε ξώβεργες για να καλέσουν τις δικές σας να κολλήσουν στο Γκάζι και στα παιδιά του Γκαζιού.

Δυο χάι λάιτς της γιορτής. Ο ακούραστος μικρούλης Μεσούτ, δεξί χέρι του μπουφέ, και η Νεργκιούλ, η ωραιότερη μαμά του Γκαζιού με τα απίθανα τυροπιτάκια της και το μπουλγκούρ, καλύτερη στιγμή της Κυριακής.

Ευχαριστώ.
Καλά Χριστούγεννα σε όλους.

Wednesday, December 07, 2005

Μια αγωνία...













Εχω μια αγωνία αυτές τις μέρες.
Πότε θα προλάβω να φτιάξω τις τάρτες μου, αν θα γίνει η ζύμη τραγανή, αν η κρέμα λεμονιού φανεί ξυνή στον κόσμος, αν η ganache θα γυαλίσει επαρκώς, να βάλω αρμυρά macadamia ή ανάλατα ? Μήπως στη δόση του σιροπιού για το gluwein πρέπει να ελαττώσω τη φλούδα των εσπεριδοειδών, μην πικρίσει?

Αυτά θα σας κεράσω, όσους έρθετε στο μπαζάρ των Δρόμων Ζωής. Όμως αυτά που έχετε να δείτε είναι πολύ περισσότερα. Είναι χειροποίητα κοσμήματα, χειροποίητα χριστουγεννιάτικα στολίδια, βιβλία, δώρα, κρασί, σπιτικές κονσέρβες, γλυκά του κουταλιού και λικεράκια, κεριά διακοσμητικά, κι ένα σωρό μεζεδάκια και γλυκά φτιαγμένα από κουζίνες αγαπητικές, όλα πεντανόστιμα και λαχταριστά. Τα παιδιά του κέντρου μας έφτιαξαν σοκολατάκια σε Χριστουγεννιάτικα καλούπια και γίναν τέλεια. Τα συσκευάσαμε σε ωραίες ζελατίνες σε σχήμα καραμέλας και θα είναι σούπερ για να γλυκάνετε την αγαπημένη ή τον αγαπημένο σας, ή κάποιον που θα θέλατε να αγαπάτε κάθε μέρα της επόμενης χρονιάς κι ακόμα δεν το ξέρει!

Για όλα αυτά σας προσκαλώ να έρθετε στο παζάρι μας. Γιατί η αγάπη περισσεύει για όλους σας και πρέπει να ανακυκλωθεί. Να σας δώσουμε εμείς τη δικιά μας και να πάρουμε τη δικιά σας. Και ό,τι αγάπη μαζέψουμε να τη δώσουμε στα παιδιά του κέντρου. Να τελειώσουν την τάξη, το σχολείο, τη μουσική, να ξεκινήσουν μια καινούργια ζωή.

Να φέρετε και τα παιδιά σας ή τ’ ανήψια και τα βαφτιστήρια σας. Είναι ωραίο τα παιδιά να καταλαβαίνουν ότι ζουν σε μια αλληλέγγυο κοινωνία. Είναι ωραίο να θέλουν να το αναπαράγουν. Και είμαι σίγουρη ότι βλέποντας το φως στα μάτια των εθελοντών θα καταλάβουν ότι το μυστικό της ευτυχίας είναι στην προσφορά.

Θέλω να είμαι ειλικρινής μαζί σας. Για όλους εμάς, τους εθελοντές των Δρόμων Ζωής, αυτό το κρυφά δεκαήμερο,φανερά διήμερο πανηγύρι, είναι ένα ψυχικό lifting. Ένα botox στις μικρές κακουχίες και στις ρυτίδες έκφρασης. Το παζάρι των Δρόμων, είναι το δικό μας spa για να προετοιμαστούμε για το ρεβεγιόν. Εκεί γυαλίζουμε τις καρδιές και την επιδερμίδα μας και κυρίως εκεί ξεπλένουμε τα μάτια μας για να έχουμε λαμπερό βλέμμα στη μεγάλη γιορτή. Ελάτε να το δείτε. Θα σας κλείσουμε λίγη από τη λάμψη μας σε καρυδόπιτα και ζεστό κρασί (για θεραπεία επί τόπου) και σε βαζάκια με εληές και μαρμελάδες, και χειροποίητα αγγελάκια για θεραπεία στο σπίτι.

Μέσα στο παζάρι, προσωπικοί σας αισθητικοί σύμβουλοι για το σιδέρωμα της ψυχής, θα είναι τα παιδιά της θεραπευτικής κοινότητας «Διάβαση» που με παντομίμα θα σας δείξουν τη δική τους λάμψη.
Και βέβαια εξαιρετικοί κι αγαπημένοι σπόνσορες όλων των πομάδων και θεραπειών, οι φίλοι, της αγαπημενότερης και γλυκύτερης μαγειρικής και όχι μόνο παρέας του ελληνικού διαδικτύου. Η παρέα του forum του http://www.hungry.gr/, που δεν θα σταματήσει ποτέ να με εκπλήσσει με την αγάπη που δίνει απλόχερα, όπου της ζητηθεί. Είτε με υλική, είτε με πρακτική βοήθεια, είτε με προσφορά είτε με εθελοντική εργασία, πολλές φορές και με τα δύο, τα παιδιά του hungry, βοηθούν για δεύτερη φορά φέτος στην υλοποίηση ενός project που δεν θα ήταν το ίδιο χωρίς αυτά.
Η ευγνωμοσύνη μου σε όλους τους δεν μπορεί να περιγραφεί με λόγια.

Θα προσπαθήσω όμως να τους πω αυτό : Δεν τους θαυμάζω μόνο επειδή προσφέρουν. Επειδή ξέρουν να μοιράζονται και θέλουν να το κάνουν. Τους ευχαριστώ με βαθειά συγκίνηση και δακρυσμένα μάτια γιατί η στήριξή τους στους Δρόμους, είναι για μένα, την ίδια την Τίνα, το μικρό κουκούτσι το μαύρο, στην καρδιά της Μάτζικας, η μεγαλύτερη ένδειξη αγάπης. Γιατί εγώ, ανάμεσά τους, μέσα τους, βρήκα την τυχερή δεκάρα. Και να πα να πνιγεί κι Σκρουτζ κι ο Ρόμπαξ κι η Νταίζη κι όλοι. Η τυχερή δεκάρα είναι δική μου και μου τη χάρισαν τα παιδιά του hungry. Και κάθε φορά που το σκέφτομαι κλαίω και ξέρω ότι λίγοι άνθρωποι είναι τόσο τυχεροί όσο εγώ. Να τους αγαπάει τόσο πολύς κόσμος και να τους εμπιστεύεται.

Ασπα, Ντίνο, Μάρω, Νόπη, Ηλία, Στέφανε, Κώστα, Κωνσταντίνα, Μαίρη μου καλή, Ντινάκι, Νένα, Μαρία, Ιωάννα, Πηνελόπη, Άννα, Κική, Άννα, Σταυρούλα, Κέλλη, Νικολέττα, Βίκυ, Σοφία, Βασιλική, Γιάννη, Τέτη και κυρίως Δρ. Κοτσανολόγε που κάνεις ολόκληρο ταξίδι για νάρθεις να δουλέψεις στο παζάρι, ευχαριστώ. Ευχαριστώ, που μ’ αγαπάτε και μ’ εμπιστεύεστε. Δεν θα το ξεχάσω, δεν μπορώ να το ξεχάσω ποτέ. Περιμένω με αγωνία να σας δω.

Το Σάββατο και την Κυριακή, από τις 10:00 το πρωί έως τις 8:00 το βράδυ, στο Χριστουγεννιάτικο Bazaar των Δρόμων Ζωής, Περσεφόνης 49, 3ος όροφος, στο Γκάζι.