Tuesday, November 29, 2005
Απλή σαλάτα με σολωμό, εκ των ενόντων
Χτες το βράδυ, κι ευρισκόμενη σε απόσταση αναπνοής από τον στόχο της εβδομάδας, ήτοι : να προλάβω να πλύνω τις κουρτίνες του σπιτιού και να τις απλώσω και να στεγνώσουν και να τις μαζέψω πριν βρέξει, και άλλα μικροαστικά καθήκοντα, αποφάσισα να ανταμείψω τον εαυτό μου με ένα αξιοπρεπές αλλά ελαφρύ δείπνο.
Τα λαχανικά μου λιγοστά και ελαφρώς αταίριαστα μεταξύ τους και με την πρωτεΐνη της σαλάτας, που επρόκειτο να είναι φιλέτο σολωμού.
Μαρούλι
Κρεμμυδάκι φρέσκο
Μαραθόριζα
Τι τα κάνεις τώρα αυτά?
Κατ’ αρχήν, τα έπλυνα, τα καθάρισα, τα στέγνωσα.
Υστέρα χονδρόκοψα το μαρούλι (ποτέ δεν κατάλαβα γιατί η σαλάτα πρέπει να είναι ψιλοκομμένη κι έκοψα τη μαραθόριζα σε φέτες, κάθετα προς τη ρίζα, ώστε να συγκρατούνται τα φύλλα μεταξύ τους.
Ζέστανα λίγο ελαιόλαδο στο τηγάνι και τότε μου ήρθε η ιδέα να χρησιμοποιήσω πορτοκάλι. Έστυψα λοιπόν δυόμιση πορτοκάλια και έκοψα το εναπομείναν μισό σε κομματάκια.
Σωτάρησα στο ζεστό λάδι τις φέτες της μαραθόριζας και πρόσθεσα ένα κουταλάκι μέλι για να καραμελώσουν. Στο τέλος, έριξα το μισό χυμό πορτοκαλιού για να πάρουν μια βράση και μόλις ήπιαν το χυμό προσέθεσα λίγο μπαλσάμικο και τα έβαλα στη σαλάτα.. Πρόσθεσα στη σαλάτα τους κύβους από το μισό πορτοκάλι και την πασπάλισα με μαυροκούκι.
Χωρίς να πλύνω το τηγάνι, το σκούπισα με χαρτί κουζίνας και το έβαλα στη φωτιά. Σωτάρησα σε λίγο λάδι μια σκελίδα σκόρδο και προσέθεσα τα δύο φιλέτα του σολωμού να ροδίσουν ελαφρά κι από τις δύο πλευρές. Μόλις ροδίσανε ελαφρά τα πασπάλισα με μείγμα μπαχαρικών για κουσκους και τα μπανιάρησα με τον υπόλοιπο χυμό πορτοκαλιού. Μόλις ήπιαν το χυμό, τα στόλισα γύρω από τη σαλάτα.
Για ορεκτικό, έκανα το εξής.
Είχα αγοράσει προ καιρού στο ΙΚΕΑ ένα κουτί με θηκούλες για ορ ντ’ εβρ από φύλλο.
Ανακάτεψα λοιπόν λίγο στραγγιστό γιαούρτι με το χυμό μισού λεμονιού και ψευτο χαβιάρι (αυγά ψαριού ότι νάναι). Ψιλόκοψα και λίγο σχοινόπρασσο κι έτοιμη η λιχουδιά. Γέμισα με το μείγμα αυτό τις θηκούλες και τις στόλισα με μερικά αυγουλάκια από πάνω. Δοκιμάστε το και θα με θυμηθείτε.
Καλή όρεξη.
Wednesday, November 23, 2005
Ο λύκος πίσω από το συρματόπλεγμα
Picture2 149
Originally uploaded by max_brandmeyer.
Το βλέμμα του είναι τρυφερό και κοφτερό. Εχει μια στοργή για την ανθρώπινη κατάσταση. Βλέπει το θέατρο των ανθρώπινων σκιών κι όσο πιο πολύ τον πονάει τόσο πιο πολύ αγαπάει το ανθρώπινο είδος.
Ο λυκάνθρωπος σας περιμένει...
Tuesday, November 22, 2005
Πορτοκάλι brownies
Good or bad? Good!
Originally uploaded by KurtQ.
Την Κυριακή, ήμουν προσκαλεσμένη για φαγητό, σε φίλους που αγαπούν πολύ τα γλυκά. Κι επιπλέον έχουν καινούργιο σπίτι. Κατά την προσφιλή μου συνήθεια, αποφάσισα να τους πάω δώρο μια εορταστική πιατέλα και να την γεμίσω με ένα δικό μου γλυκό.
Πέρασαν από το μυαλό μου δυο τρία και κατέληξα να φτιάξω μια δοκιμασμένη συνταγή για mocha brownies, που δεν υπήρχε περίπτωση να μην τους αρέσει.
Μ’ έτρωγε όμως να φτιάξω δεύτερη φορά το ίδιο γλυκό. Κάτι με πιάνει, κι όταν κάτι το έχω φτιάξει, σαν να είναι μια κατεκτημένη κορυφή, το ξεπερνάω. Θυμήθηκα τα σούπερ ντούπερ πορτοκάλια που είχα στο ψυγείο και αποφάσισα να μετατρέψω την συνταγή μου στα κουτουρού από mocha, σε bitter chocolate - orange brownies.
Χρησιμοποίησα τα εξής :
250 γρ σοκολάτα μπίττερ με 70% κακάο
¾ κούπας βούτυρο
2 κούπες ζάχαρη
6 αυγά
Λίγο λιγότερο από 1 κούπα αλεύρι (περίπου 200 μλ)
Το χυμό και το ξύσμα ενός πορτοκαλιού
1 σφηνάκι Grand Marnier (cordon jaune) (για την ιστορία, μωρέ!)
¼ κούπας γιαούρτι
1 πρέζα αλάτι
1 κ.γ. baking powder
Το καλό με τα brownies, είναι ότι δεν θέλουν και πολλά πολλά. Στο πιτς φιτύλι γίνονται.
Ακριβώς ως εξής :
Λιώνουμε σε μπαιν μαρί ή στα ωραία μικροκυ(κλώ)ματα τη ζάχαρη με το βούτυρο, χωρίς να ζεσταθούν πολύ και τα αφήνουμε ον δε σάιντ μέχρι να κρυώσουν κάπως.
Ανάβουμε το όμορφο μίξερ και με περισσή χαρά χτυπάμε τα αυγά με τη ζάχαρη ν’ ασπρίσουν.
Προσθέτουμε το μείγμα της σοκολάτας και χτυπάμε ίσα μέχρι να ομογενοποιηθεί το σύνολο.
Προσθέτουμε τα σχετικά με το πορτοκάλι φλέηβορ, χυμό ξύσμα και λικερ.
Προσθέτουμε (πάντα χτυπώντας ρυθμικά με το μίξερ) το αλεύρι , το αλάτι και το baking powder.
Λαστ μπατ νοτ λιστ, μπαίνει το γιαουρτάκι. Επεξήγηση : Κανονικά ο Αμερικάνος θα έβαζε ξινή κρέμα, αλλά που να τρέχεις, οπότε βάλτε γιαούρτι να κάνετε δουλειά σας. Και πιο λίγα λιπαρά και πιο οικονομία .
Μόλις το μείγμα ομογενοποιηθεί σταματάμε το χτύπημα. Δεν είναι κέηκ να περιμένουμε να φουσκώσει…
Στρώνουμε ένα λαδωμένο ταψάκι με λαδόχαρτο και βουτυρώνουμε το λαδόχαρτο.
Αδειάζουμε το μείγμα και ψήνουμξε σε προθερμασμένο φούρνο στους 180 βαθιμούς επί περίπου 30 – 35 λεπτά ανάλογα με το φούρνο. Τα μπράουνις, δεν πρέπει να στεγνώσουν. Οπότε αν τα τρυπήσετε με σουβλάκι και δείτε μικρά ψιχουλάκια κολλημένα, μην τρομάξετε είστε σε καλό δρόμο.
Όταν τα μπράουνις ψηθούν τα αφήνουμε να κρυώσουν, όπως είναι μέσα στο ταψάκι. Όταν κρυώσουν εντελώς, τα κόβουμε σε τετράγωνα, τα πασπαλίζουμε με άχνη για τάχα μου ομορφιά και κρύβουμε σε ασφαλές σημείο 2-3 κομμάτια για τη λιγούρα. Τα υπόλοιπα τα παρουσιάζουμε στην παρέα μας οπλισμένη με θάρρος και αποφασιστικότητα να διεκδικήσουμε αυτό που μας ανήκει. Προετοιμαστείτε για σφαγή. Είναι πολύ καλά.
Τώρα εμένα, μου περίσσεψε ολίγη ζύμη, την οποία την έψησα σε μικρές θηκούλες για muffins. Φυσικά, δεν φούσκωσαν, αφού δεν ήταν muffins, αλλά επιπλέον στέγνωσαν παραμένοντας μαλακά. Φανταστείτε ένα πολύ πολύ αφράτο και απαλό κέηκ. Όσοι από εσάς δεν αρέσκεστε στην λασπώδη, παρακμιακή υφή των brownies, κάντε τα έτσι. Γίνονται τέλεια κι επιπλέον η γεύση τους θα σας αποζημιώσει.
Δεν θέλω να περιαυτολογήσω (αλήθεια το λέω όμως) , αλλά για μένα ήταν ο πιο ισόρροπος συνδυασμός σοκολάτας πορτοκαλιού που έχω φάει.
Επειδή η συνταγή έγινε στα κουτουρού, μπορεί να μην σας πετύχει απολύτως. Θα με βοηθήσετε πολύ υποδεικνύοντάς μου τι δεν σας άρεσε, ώστε να την τελειοποιήσω. Εύχομαι πάντως να σας πετύχει, όπως μου πέτυχε εμένα.
Για ένα πράγμα μετανοιώνω. Που δεν τα φωτογράφησα μέσα στην ωραία κατακόκκινη εορταστική πιατέλα της Εύης. Ήταν και κουκλιά, εκτός των άλλων.
Καλή όρεξη.
Υ.Γ. Αν θέλετε την ορίτζιναλ συνταγή πριν την παραποιήσω, με χαρά την δημοσιεύω.
Sunday, November 20, 2005
Ζύμη τάρτας (pate brisee)
200 γρ. αλεύρι τύπου 55 (ή για όλες τις χρήσεις)
40 ml νερό παγωμένο
1 κρόκος αυγού
100 γρ βούτυρο
Σε περίπτωση που η ζύμη θα χρησιμοποιηθεί για γλυκειά τάρτα:
20 γρ ζάχαρη
Θα χρειαστείτε ακόμα :
Περίπου 40 γρ. αλεύρι για το άνοιγμα του φύλλου
Και περίπου 10 γρ βούτυρο για το βουτύρωμα της φόρμας
Παραδοχές :
Η ζύμη τάρτας πρέπει να παραμείνει τριφτή. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να απελευθερωθεί η γλουτένη του αλευριού στη ζύμη που θα της προσδώσει συνεκτικότητα. Η γλουτένη απελευθερώνεται ή με την θερμοκρασία, ή με το ζύμωμα, ή και με τα δύο.
Για τους λόγους αυτούς :
Δουλεύουμε σε ένα περιβάλλον σχετικά δροσερό (ανοίξτε κανένα παράθυρο)
Δουλεύουμε τη ζύμη σε μια κρύα επιφάνεια (κατά προτίμηση μάρμαρο)
Χρησιμοποιούμε κρύο νερό
Χρησιμοποιούμε βούτυρο σε θερμοκρασία δωματίου μεν αλλά όχι υπερβολικά μαλακό. Αν το βούτυρο είναι πολύ σκληρό δεν θα ενσωματωθεί ικανοποιητικά στη ζύμη. Αν είναι πολύ μαλακό, θα προσδώσει στη ζύμη ελαστικότητα αντί να την κάνει τριφτή. Δεν πρέπει λοιπόν το βούτυρο να λιώνει όταν έρχεται το πιάνουμε στο χέρι μας.
Δουλεύουμε γρήγορα τη ζύμη χωρίς να την ζυμώνουμε, αλλά τρίβοντας τα υλικά με τα χέρια μας, ή δουλεύοντας την ζύμη με το ειδικό εργαλείο για τριφτή ζύμη.
Ιδανικά, φτιάχνουμε τη ζύμη την προηγούμενη μέρα και την διατηρούμε τυλιγμένη σε μεμβράνη στο ψυγείο ώσπου να την ανοίξουμε σε φύλλο.
Εκτέλεση
Κοσκινίζουμε το αλεύρι σε ένα βουναλάκι πάνω στον πάγκο της κουζίνας.
Ανοίγουμε στο βουναλάκι ένα κενό στη μέση.
Διαλύουμε το αλάτι στο νερό και αδειάζουμε το νερό στο κενό του αλευριού.
Προσθέτουμε τον κρόκο του αυγού.
Προσθέτουμε το βούτυρο σε κομμάτια.
Φέρνουμε λίγο από το αλεύρι στην κοιλότητα με τα άλλα υλικά και το ανακατεύουμε απαλά χωρίς να ζυμώνουμε.
Σταδιακά αλλά γρήγορα ενσωματώνουμε όλο το υπόλοιπο αλεύρι στα υγρά υλικά, τρίβοντας και όχι ζυμώνοντας με τρόπο ώστε η ζύμη να φεύγει από τα δάχτυλα σφίγγοντας το χέρι μας.
Μπορούμε να βελτιώσουμε την ομοιογένεια και την συνεκτικότητα της ζύμης τρίβοντας την 1 έως 2 φορές ώσπου να χρησιμοποιηθεί. Υπάρχουν δύο τρόποι να γίνει αυτό. Ο ένας τρόπος είναι να την τρίψουμε ανάμεσα στις παλάμες σε τρίμματα. Ο τρόπος αυτός έχει το μειονέκτημα ότι μπορεί να ζεστάνει τη ζύμη και να την κάνει ελαστική.
Ο άλλος τρόπος είναι να την δουλέψουμε με το ειδικό εργαλείο ζύμης brisee.
Αν δεν έχετε αυτό το εργαλείο, αλλά θέλετε καλύτερο αποτέλεσμα, πιάστε τη ζύμη στο χέρι σας, όπως είναι παγωμένη από το ψυγείο και τρίψτε την στο τρίφτη του τυριού από την πολύ χοντρή πλευρά. Θα εκπλαγείτε με το αποτέλεσμα.
Σε κάθε περίπτωση, μετά το τρίψιμο, μαζεύουμε απαλά την ζύμη σε μπάλα χωρίς να την ζυμώσουμε.
Την τυλίγουμε σε μεμβράνη και την φυλάμε στο ψυγείο το λιγότερο για 4 ώρες και ιδανικά για μία μέρα.
Πριν την ανοίξουμε σε φύλλο, την αφήνουμε εκτός ψυγείου για μία ώρα ώστε να μαλακώσει και να μπορούμε να τη δουλέψουμε.
Ανοίγουμε την ζύμη σε φύλλο πάχους 3 – 4 χιλιοστών και τινάζουμε όσο αλεύρι έχει μείνει πάνω στο φύλλο από το άνοιγμα.
Στρώνουμε το φύλλο σε πολύ καλά βουτυρωμένη φόρμα και τρυπάμε την επιφάνειά του σε πολλά σημεία με πηρούνι.
Μπορούμε να την γεμίσουμε και να την ψήσουμε σ’ αυτήν την φάση, αλλά καλύτερα είναι για να μην νοτίσει η βάση από τη γέμιση να την ψήσουμε σε μέτριο προς δυνατό φούρνο για 20 λεπτά πριν την γεμίσουμε. Για να μην φουσκώσει, στρώνουμε πάνω στη ζύμη λαδόχαρτο και την γεμίζουμε με ένα βαρύ όσπριο ή βάρη ψησίματος για τάρτες. Σ’ αυτή τη φάση, προστατεύουμε με αλουμινόχαρτο (η γυαλιστερή πλευρά προς τα έξω) τα τοιχώματα της τάρτας ώστε να μην καούν μια και θα εξέχουν και κατά την διάρκεια του οριστικού ψησίματος.
Thursday, November 17, 2005
17 Νοεμβρίου, φέτος είναι η Τρίτη Πέμπτη του Νοέμβρη
Για πιο light όψη της σημερινής μέρας ή για να ξεχάσετε την συνθηκολόγηση των τότε επαναστατών (εμένα μου χρειάζεται), ένα σας λέω :
Κάντε τα κουμάντα σας και πιείτε και μια γουλιά για τη Μαρία της ντροπής.
Που ξέρεις, μπορεί να πάρει ανάποδες στροφές...
Wednesday, November 16, 2005
Tuesday, November 15, 2005
Τάρτα λεμονιού με κουκουνάρι
Την πρωτοέφαγα στη Ρώμη.
Σε μια υπέροχη τραττορία κοντά στη Ροτόντα. Ήταν ανήμερα Πάσχα.
Η τάρτα λεμονιού, είναι για μένα η επιτομή του ευγενούς γλυκού. Είναι απαλή, με διακριτική γεύση και αυτή τη μοναδική διεισδυτικότητα που ξεπλένει τους γευστικούς κάλυκες από οτιδήποτε γεύτηκαν ως εκείνη την ώρα. Τους κάνει σαν να ξαναγεννιούνται και η πρώτη γεύση της ζωής τους να είναι αυτή. Αυτό το αίσθημα κρατάει ευτυχώς λίγο κι έτσι το μυαλό δεν ξεχνάει όλες τις άλλες υπέροχες γεύσεις που κατά καιρούς το ξελογιάζουν.
Έτσι λοιπόν η πολυπρόσωπη τάρτα λεμονιού, έχει την μοναδική ικανότητα να σε πείθει κατ’ αρχήν ότι πρόκειται για ένα καθ’ όλα ευπρεπές γλυκό και εκ των υστέρων να σε συναρπάζει μοναδικά και να σε συνεπαίρνει. Αυτό την κάνει εντόνως ανταγωνιστική με οποιοδήποτε άλλο γλυκό προσφερθεί σε ένα τραπέζι και από την άλλη, ιδανικό τελείωμα ενός δείπνου με ψάρι ή θαλασσινά.
Την περασμένη Παρασκευή, ήμουν προσκεκλημένη σε ένα υπέροχο δείπνο. Η αφορμή της συνάντησης, ήταν η επέτειος πριν μερικές μέρες των 80 χρόνων από την γέννηση του Μάνου Χατζιδάκι. Στο σπίτι που φιλοξενούσε την συνάντηση, δεν υπήρχε φωτογραφία του ζευγαριού, αλλά η φωτογραφία του Μάνου, δέσποζε σε κεντρικό σημείο της βιβλιοθήκης. Το μουσικό κομμάτι της βραδιάς, ήταν επιμελημένο από ένα γνωστό κιθαρίστα, ο οποίος είχε ετοιμάσει ένα πρόγραμμα διάρκειας μιας ώρας με τραγούδια του Μάνου, που τραγουδήσαμε όλοι μαζί.
Το μαγειρικό κομμάτι που επιμελήθηκε η οικοδέσποινα, ήταν εξαιρετικό και περιέλαβε ξιφία α λα σιτσιλιάνα, σαρδέλλες ψητές με πιπεριές φλωρίνης και μαϊντανό, τάρτα με σολωμό και σπανάκι και δυο υπέροχες σαλάτες. Εγώ σκέφτηκα να πάω το γλυκό και η πρώτη μου σκέψη ήταν να φτιάξω μια τάρτα λεμονιού, που η ευγένεια της θα ταιριάξει με τη μουσική και η αυθάδειά της θα καθαρίσει το στόμα από την επίγευση του ψαριού.
Τη ζύμη τάρτας την φτιάχνω πάντα μόνη μου. Η συγκεκριμένη περιείχε :
500 γρ αλεύρι για όλες τις χρήσεις
250 γρ βούτυρο φρέσκο
80 γρ ζάχαρη άχνη
80 γρ κουκουναρόσπορο αλεσμένο
½ κ.γ. αλάτι
2 αυγά
Η ζύμη τάρτας δεν ζυμώνεται. Ανακατεύουμε το αλεύρι με τη ζάχαρη, το αλάτι και το κουκουνάρι και προσθέτουμε το βούτυρο σε μικρούς κύβους. Δουλεύουμε γρήγορα τρίβοντας το μείγμα του αλευριού με το βούτυρο ώσπου όλα τα υλικά να γίνουν τρίμματα. Τότε σπάμε τα αυγά και πάλι με γρήγορες κινήσεις και χωρίς να ζυμώνουμε, ενοποιούμε τη ζύμη, την μαζεύουμε σε μια μπάλλα και την αφήνουμε σκεπασμένη στο ψυγείο, το λιγότερο για μία ώρα, ιδανικά για μια μέρα.
Την άλλη μέρα, ανοίγουμε τη ζύμη σε φύλλο, το στρώνουμε σε βουτυρωμένη ταρτιέρα και το τρυπάμε παντού. Σκεπάζουμε τη ζύμη με λαδόχαρτο. Γεμίζουμε το λαδόχαρτο με όσπρια και προστατεύουμε τα πλαϊνά της τάρτας με αλουμινόχαρτο. Ψήνουμε για περίπου 10-15 λεπτά στους 180 βαθμούς και αφαιρούμε από την τάρτα τα λαδόχαρτο με τα όσπρια που χρησιμοποιήσαμε για βαρίδια.
Εν τω μεταξύ φτιάχνουμε την κρέμα ως εξής.
Αναμειγνύουμε στο μίξερ
3 αυγά,
80 γρ. βούτυρο λιωμένο,
100 γρ ζάχαρη
και
το χυμό και το ξύσμα 5 (πέντε) λεμονιών (μην σας κάνει εντύπωση η ποσότητα)
Το μείγμα γίνεται πολύ υδαρές.
Γεμίζουμε με αυτό την μισοψημένη τάρτα, και ψήνουμε για 10-15 λεπτά στους 230 βαθμούς. Η κρέμα πήζει με το ψήσιμο και αποκτά πολύ μεταξωτή υφή.
Βγάζουμε την τάρτα από το φούρνο και την αφήνουμε να κρυώσει. Γεμίζουμε την επιφάνειά της με κουκουναρόσπορο. Προαιρετικά, μπορούμε να πασπαλίσουμε το κουκουνάρι με λίγη ζάχαρη άχνη και να το βάλουμε για ελάχιστη ώρα στο γκρίλ να καραμελώσει η επιφάνεια.
Θα σας εκπλήξει. Είναι η πιο λεμονένια και λιγότερο γλυκειά τάρτα λεμονιού που θα έχετε δοκιμάσει.
Καλή επιτυχία
Magica de Spell
Thursday, November 10, 2005
Το τραπέζι αναλυτικά
Η σπορά
Σ’ ένα κόσμο που καίγεται από τη χωρίς διέξοδο δυστυχία, σε μια ανελεύθερη κοινωνία που κλείνει τα ραδιόφωνα, σε μια αγορά ατιμασμένη και χωρίς ήθος, ζω.
Κι επιλέγω να φεύγω.
Να δραπετεύω σ’ ένα κόσμο που τον εξυγιαίνει η επαφή με τη φύση και με «το προϊόν του μόχθου του». Σ’ ένα κόσμο που ζει ελεύθερος μυρίζοντας το χώμα, τη βροχή, βλέποντας την ανατολή και το χρώμα του μόλις ξεπεταγμένου φύτρου. Που γεύεται άγρια χόρτα, και φρέσκια ρακή.
Σ’ αυτόν τον κόσμο ζουν ο Ζαχάρης με την Ελένη και η Ερασμία με τον Λεφτέρη.
Σ’ αυτόν τον κόσμο ο Ζαχάρης, παιδικός ήρωας από παραμύθι, μας υποδέχθηκε, μας φιλοξένησε, και μας μίλησε. Η άγραφη συμφωνία μας, είναι κάθε φορά που πάω στην Κρήτη, να μου λέει κάτι για τους παλιούς τρόπους. Για την παλιά ζωή. Η κάτι για την ζωή της Κρήτης. Στη γλώσσα της Κρήτης. Αναμνήσεις του. Αναμνήσεις του αμπελιού, ή της ελιάς. Ή του σπιτιού. Κι εγώ να τα δημοσιεύω. Προέκυψε τυχαία και άτυπα αυτή η συμφωνία. Και την τηρούμε αμφότεροι. Φέτος, μου είπε για την Σπορά.
Την γράφω με κεφαλαίο, γιατί στο μυαλό μου η σπορά συμβολίζει την υπόσχεση της γης να γεννήσει για να θρέψει τους ενοίκους της. Ανθρώπους και ζώα. Συμβολίζει την διαιώνιση της ζωής πάνω στον πλανήτη μ’ ένα μοναδικό τρόπο που με ξεπερνάει πολύ για να τον περιγράψω λεκτικά και με ξαναγυρίζει στο ίδιο σημείο που έρχομαι κάθε φορά που καταλαβαίνω ότι η αλαζονεία του ανθρώπινου είδους, το έχει στερήσει από την ικανότητα να αντιλαμβάνεται ότι είναι περαστικό από τον ίδιο του τον πλανήτη, όσο και από το ηλιακό σύστημα, το γαλαξία, ή το σύμπαν. Μεγάλη κουβέντα? Ας ξαναγυρίσουμε στη σπορά, όπως την περιγράφει η ζεστή, ραδιοφωνική φωνή του Ζαχάρη.
Η σπορά ξεκινούσε λοιπόν με τα πρωτοβρόχια. Γύρω στις αρχές Οκτωβρίου, ο γεωργός ξεκίναγε να σπέρνει και ολοκλήρωνε τη διαδικασία αυτή το Μάρτιο. Απορείτε? Κι εγώ, ώσπου κατάλαβα, ότι η σπορά δεν αφορούσε μονάχα στο στάρι, αλλά σε όλους τους σπόρους που χρησίμευαν, στην οικογένεια και τα ζώα. Στην πρώτη φάση, έσπερνε το στάρι, το κριθάρι και την βρώμη, που την έλεγαν και ταγή γιατί την τάιζαν στα άλογα.
Ως τα Φώτα σπέρνε στάρι,
κι ως τα’ Αγιάντωνου κριθάρι,
λέει η παροιμία.
Ακολουθούσαν τα κουκιά, ο βίκος (επίσης ζωοτροφή) και η ρόβη που την έδιναν στα βόδια κυρίως την περίοδο της αναπαραγωγής. Ο Ζαχάρης είναι σαφής : όση δουλειά έκανε ο γεωργός για να ταΐσει την οικογένειά του, άλλη τόση έκανε και για τα ζώα του. Το λέει και στα μάτια του ζωγραφίζεται μια στοργή. Στοργή αλλιώτικη για τα ζώα. Όχι η δική μας η αστική στοργή του καναπέ. Ένα κράμα σεβασμού στο άλλο είδος, με ευγνωμοσύνη για την προσφορά του και έκδηλη αίσθηση υπεροχής.
Αυτοί οι σπόροι, σπέρνονται στη γη κι αμέσως μετά, η γη οργώνεται.
Οι άλλοι σπόροι, που σπέρνονται όψιμα, ρεβύθια, φακές, μπιζέλια, σπέρνονται το Μάρτιο, αφού η γη έχει πρωτοοργωθεί το Γενάρη και έχουν ακολουθήσει και άλλα δυο ή τρία οργώματα .
Ξεκινώντας τη σπορά του ο γεωργός γέμιζε ένα σακκί με το σπόρο που επρόκειτο να σπείρει κι έβαζε μέσα και στο σακκί του κι ένα ρόδι που τόλεγε «σπορόρογδο». Ζωνόταν λοιπόν το σακκί του και ξεκινούσε για τη σπορά.
Πρώτη του κίνηση, να καθαρίσει το χωράφι του από τα ζιζάνια και να το χαράξει σε κομμάτια προκειμένου να ελέγχει ευκολότερα την πρόοδο της δουλειάς.
Έπειτα, έκανε το σταυρό του, ο Ζαχάρης σηκώνει τα φρύδια για έμφαση, και ξεκινούσε να σπέρνει. Αφού έσπερνε το τμήμα του χωραφιού που είχε ξεχωρίσει, έστρεφε τα βόδια του προς την ανατολή. Τα έζευγνε στο ζυγό και ξεκινούσε το όργωμα. Τελειώνοντας τη δουλειά της ημέρας, υπολόγιζε την κλίση του εδάφους και τραβούσε μερικές αλετριές παράλληλα με την κλίση για να εξασφαλίσει την απορροή των νερών της βροχής, ώστε να μην λιμνάσουν και σαπίσει ο σπόρος.
Ο γεωργός έσπερνε ως αργά το βράδυ. Την δύση του ήλιου εννοεί ο Ζαχάρης. Αν καλοσκεφτείτε όμως την ώρα που ξεκινάει η σπορά, προφανώς η δύση του ήλιου είναι αργά το βράδυ… Γυρίζοντας στο σπίτι, η πρώτη του δουλειά, είναι να ταΐσει τα βόδια και να ετοιμαστεί για την άλλη μέρα. Επειδή στην διάρκεια της σποράς, τα βόδια εργάζονται σκληρά και δεν έχουν το χρόνο να βοσκήσουν στη διάρκεια της μέρας, την εποχή αυτή ο γεωργός σηκωνόταν γύρω στις 3:00-3:30 τα ξημερώματα για να ζευγοταΐσει όπως λένε στην Κρήτη. Να ταΐσει δηλαδή τα βόδια δεύτερη φορά, για να αντέξουν τη σκληρή δουλειά και την πείνα της ημέρας. Σ’ αυτό το διάστημα, η τροφή των ζώων ήταν ιδιαίτερη. Εκτός από άχυρο, ο γεωργός τα τάϊζε και κουκιά μουλιασμένα και βίκο που τ’ ανακάτευε με την συνηθισμένη τροφή. Το μείγμα αυτό ονομαζόταν γέμη και παρείχε ιδιαίτερη ενέργεια στα ζώα.
Ολοκληρώνοντας την σπορά των χωραφιών του, ο γεωργός, καθόταν στην πόρτα του σπιτιού του έβγαζε από το σακκί της σποράς το σπορόρογδο, το ακουμπούσε στην ποδιά του και άνοιγε όλους τους σπόρους και τους έτρωγε ο ίδιος, ελπίζοντας με την συμβολική αυτή πράξη να έχει πλούσια σοδειά.
Την πρώτη ένδειξη για την σοδειά, την έδινε ο ασφένδυλος, που το φύτρο του είναι το πρώτο που βγαίνει μετά τα πρωτοβρόχια. Αν τα άνθη που βγαίνανε στο ραβδάκι του ασφένδυλου κάλυπταν μεγάλο μήκος του βλαστού, η χρονιά προοιωνιζόταν καλή. Αλλιώς…
Συγγνώμη.
Συγκεκριμένα ξεχειλίζω δηλητήριο.
Μ’ έχει κάνει κουρέλι η απαγόρευση της κυκλοφορίας στη χώρα της ελευθερίας. Η καταστολή. Η βία. Η απόγνωση.
Μ’ έχει ξεσκίσει η βομβιστική επίθεση στην Ιορδανία. Δεν το αντέχω να παίζει το κράτος με το παρακράτος πινγκ πονγκ με ανθρώπινες ζωές για να κερδίσουν την μάχη των εντυπώσεων και άρα του πετρελαίου στα μάτια μου. Μ’ εξοργίζει και η υποψία αποδοχής ή κατανόησης έστω για τις επιθέσεις της Αλ Κάιντα. Ακριβώς τόσο, όσο με εξοργίζει η στάση του ΝΑΤΟ απέναντι στη Μ. Ανατολή.
Μ’ εξοργίζει, που έχει μείνει μια Έλλη Πασπαλά να θυμάται τον Χατζιδάκι. Και να μου τον θυμίζει. Ότι οι συγκεντρώσεις με θέμα τη μουσική του έχουν γίνει κρυφό σχολειό στις μέρες μας. Την ίδια στιγμή που η υποκουλτούρα κάνει «ποιοτική στροφή»… Έλεος. Οίκτο. Κάτι τέλος πάντων…
Μ’ εξοργίζει που έχει χαθεί το μέτρο. Που όποιος σκυλάς έχει περάσει τα πενήντα ή έχει πεθάνει, αίφνης, θεωρείται κλασσικός. Ήμαρτον, Μάνο μου. Μ’ εξοργίζει η ξεφτίλα του Νιόνιου, που τον πίστευα σα Θεό και κάθε τόσο μου γυρίζει το μαχαίρι στην πληγή που μου άνοιξε με τον συμβιβασμό του.
Για να ξαναγυρίσω στο πετρέλαιο αφρίζω από το θυμό μου που το εντεταλμένο όργανο των πετρελαϊκών εταιρειών που έχει το θράσος να αυτοαποκαλείται «Διεθνές Συμβούλιο για την Δημιουργία Κεφαλαίου» τολμάει να δυναμιτίζει την πρώτη και μοναδική προσπάθεια που έγινε ποτέ για τη ασφάλεια του περιβάλλοντος, το πρωτόκολλο του Κιότο. Κι αυτό που με πληγώνει και με πονάει σα γροθιά στο στομάχι, είναι που ξέρω ότι τους παίρνει να συμπεριφέρονται έτσι, γιατί οι κοιμισμένοι, εμείς, δεν αντιδρούμε. Στημένοι στις ουρές που περιγράφει ο Πολύβιος για να αποκτήσουμε τα must have αντικείμενα του πόθου μας, δεν αντιδρούμε.
Μου τη δίνει η αλαζονεία του ανθρώπινου είδους που δεν αντιλαμβάνεται ότι είναι απλώς ένα είδος στον πλανήτη που ήρθε και μπορεί να παρέλθει όπως οι τριλοβίτες, τα μαμούθ, και οι δεινόσαυροι. Ότι το περιβάλλον αλλάζει, δεν πεθαίνει. Και αλλάζοντας απλώς δεν έχει χώρο για τον άνθρωπο. Ούτε για τα γελοία του λεφτά.
Με πονάνε οι φίλοι που σε κάνουν παρέα μόνο όσο σε χρειάζονται για να πούν τα προβλήματά τους. Όσο μπορούν να κερδίσουν από σένα έστω και μια ώρα ακρόασης. Με νευριάζουν γιατί είναι ηλίθιοι και με νευριάζει κι ο εαυτός μου που δεν κατάλαβα πόσο ηλίθιοι είναι πριν τους δώσω τα λουλούδια μου.
Και μέσα σε όλα αυτά, προσπαθώ μέρες να συγκεντρωθώ για να περιγράψω τις 3 υπέροχες μέρες που πέρασα στην Κρήτη. Μου είναι αδύνατον. Νοιώθω ένοχη να θυμάμαι ομορφιές, όταν διώκονται οι μετανάστες, οι φτωχοί, οι διαφορετικοί. Όταν εισάγουμε πολιτισμό με τη μορφή σήριαλ, από ένα κράτος στο οποίο η θρησκευτική ελευθερία είναι άγνωστη λέξη και οι μειονότητες απαγορεύεται να μιλάνε στην γλώσσα τους.
Θυμώνω.
Θυμώνω με τα λεφτά που ξοδεύονται στα ξενυχτάδικα. Είναι ύβρις.
Θυμώνω με τους ανθρώπους που βγάζουν έξω τους σκύλους τους κρατώντας σκουπόξυλα για να χτυπήσουν τους αδέσποτους. Σε λίγο θα δίνεται το σκουπόξυλο δώρο με κάθε κουτάβι – μελλοντικό αδέσποτο, εν ίδει προσφοράς «σκορδόψωμου».
Θυμώνω με τον εαυτό μου που παραπονιέμαι γιατί τα χρήματά μου δεν φτάνουν για να βγαίνω έξω, για να παίρνω καλλυντικά, για να αγοράζω επώνυμα ρούχα, για να πηγαίνω συχνότερα κομμωτήριο, για να κάνω δυο τρία ταξίδια. Είναι ύβρις.
Θυμώνω που ενώ γίνονται όλα αυτά, εγώ μιλάω για το ευ ζειν και τον λεγόμενο υλικό πολιτισμό κι αναζητώ την τελειότερη συνταγή για lemon pie.
Έτσι, θα σας δείξω μόνο τις φωτογραφίες από την Κρήτη. Θα τις δω κι εγώ και θα κλείσω τα μάτια και θα προσπαθήσω να θυμηθώ την ασφάλεια που νοιώθω εκεί.
Συγγνώμη, το ξέρω πως δεν έχω πολιτικό λόγο. Δεν ξέρω να τα πω καλά και πηδάω από θέμα σε θέμα. Όμως ο στόχος μου δεν είναι να σας κάνω εντύπωση. Είναι να ζητήσω συγγνώμη που μέσα σε τόση δυστυχία και αδικία, εγώ ασχολούμαι ακόμα με τον πάτο της κατσαρόλας σαν να ήταν ο καθρέπτης μου κι εγώ η Αλίκη του.
Συγγνώμη.
Αγαπάτε με.
Friday, November 04, 2005
Γκρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρ!
Η γρίππη δεν αφήνει ούτε τις μάγισσες ήσυχες.
Αρρώστησα. Όπως είχα να αρρωστήσω πάνω από 5 χρόνια. Συγκεκριμένα από το Κουκάκι! Ισως 6 χρόνια. Και μια και έγινα σαφής (τι σουρεαλιτέ Θεέ μου, είχα και μια συζήτηση για τον Tzara προχτές, ήρθε κι έδεσε!) , θα σας πω οτι έχει να περάσει αέρας από τα ρουθούνια μου πάνω από 3 μέρες, έχω ξεχάσει πως είναι να μην έχεις πονοκέφαλο και να μυρίζεις. Νομίζω οτι πέθανα. Λόγω μη μυρίσεως εννοώ.
Ετσι, θα σας πω τα νέα μου, ό,τι έχω να πω, μόλις λίγο συνέλθω. και μου περάσει αέρας από τη μύτη και μου φύγει ο πονοκέφαλος και τα διαόλια μου.
Συμβουλή : Τα καπνιστά ουίσκια, δεν βοηθάνε ούτε στην πρόληψη ούτε στην καταστολή της νόσου. Εκτός κι αν ειδικά το caol ila... Θα δοκιμάσω σήμερα άλλο.
Μάλλον θα γίνω αλκοολική μέχρι να γίνω καλά.
Ασχετο, η Αγριππίνα, κολλούσε γρίππη?
Φιλιά με μύξες.
Magica de Spell
Υ.Γ. Τώρα αυτό, μπορεί να το πει κανείς γρίππη των πουλερικών?