Ο τίτλος του άρθρου είναι παραφθορά φράσης παμμεγίστου πιτσιρικά.
Γυρνώντας ο τύπος από τον παιδικό σταθμό, αντιμετώπισε την καθημερινή ερώτηση της μαμάς του : «τι φάγατε το μεσημέρι στο σχολείο?»
«Ρύζι με φλούδια.» απάντησε ο παμμέγιστος, περιγράφοντας έτσι τα γεμιστά…
Αλλά ας πιάσω την ιστορία μου από την πολύ άσχετη αρχή της.
Οι παρεπιδημούντες την επαρχία Τροιζηνίας, έχουμε ένα αγκάθι στην καρδιά από το 1981. Το Α.D. 1981, λοιπόν δημοπρατήθηκε με το ολέθριο για δημόσια έργα και εξαιρετικά προσοδοφόρο για τους εργολάβους σύστημα της μελετοκατασκευής, ο παραλιακός δρόμος Επιδαύρου – Καλλονής. Η μικρή μου αδελφή ήταν τότε ένα στρογγυλό μωρό ενός έτους και δεν μπορούσε να αντιληφθεί τις χαρές και τα πανηγύρια μας για το έργο, ούτε πόσο την αφορούσε, μια και το τμήμα της διαδρομής που θα αποφεύγαμε με αυτόν τον δρόμο ήταν μόνο 5 χλμ. και 8518 (διαβάζεται οκτακόσιες πενηνταδεκαοκτώ φουρκέτες μεγαλύτερο.
Τέλος πάντων μετά από ακριβώς 22 χρόνια ισάριθμα εγκαίνια από Νομάρχες, Δημάρχους και Βουλευτές της περιοχής μας, ο δρόμος παραδόθηκε πρόπερσυ στην κυκλοφορία με ευθύνη των οδηγών εννοείται, μια και ήταν ατελείωτος, μεγάλο μέρος χωματόδρομος και μεγάλο μέρος του χωματόδρομου, κακός, ψυχρός κι ανάποδος χωματόδρομος. Εντούτοις οι οδηγοί αγκάλιασαν με την απόδοχή τους το μεγάλο αυτό έργο πνοής για την περιοχή μας. Αυτό ίσως σας κάνει να καταλάβετε πόσο απελπισμένοι ήμαστε όλοι με τις αποφευχθείσες στροφές, οι οποίες, ειρρήσθω εν παρόδω, αποτέλεσαν επί μακρόν, ηρωικό τμήμα της ειδικής διαδρομής του Ράλλυ Ακρόπολις.
Την περασμένη εβδομάδα και αφού επί δύο χρόνια κάναμε πλούσια τα συνεργεία αλλάζοντας αμορτισέρ, τους ορθοπεδικούς για μέσες αυχενικά κλπ και τους φαρμακοποιούς για ζωνες και αντιφλεγμονώδη, ο δρόμος της Επιδαύρου έκλεισε οριστικά για να ολοκληρωθεί η τελευταία φάση του έργου (λέμε τώρα). Κληροδοτώ το δικαίωμά μου για διέλευση από το δρόμο αυτό στα βαφτιστήρια μου, Ευάγγελο και Μιχαήλ και στα παιδιά και εγγόνια τους μέχρι τετάρτης γενεάς, αν προλάβουν να τον δούν τελειωμένο και εντωμεταξύ η μετακίνηση με αυτοκίνητο δεν έχει δώσει τη θέση της σε εναέρια μέσα.
Το κλείσιμο του Δρόμου, ήταν μια μεταμφιεσμένη ευκαιρία για άσκηση της φαντασίας μας και για οικονομία. Άσκηση της φαντασίας κατ’ αρχήν στο δαφνοστεφές πεδίο της κατάρας. Ύστερα στο πεδίο της εξεύρεσης shortcuts. Η φράση αυτή που όλοι γνωρίζετε οι εξ’ ημών άρρενες γιατί την λέτε οι δε γυναίκες γιατί δεν θέλετε να την ακούτε, θριαμβεύει αυτόν τον καιρό. «Πάμε από … να κόψουμε δρόμο?» λέει ο οδηγός και βασιζόμενος στην εξουσία που του δίνει το κράτημα του τιμονιού στρίβει χωρίς να περιμένει απάντηση. Εγώ τα πράματα αυτά τα θεωρώ του Σατανά. Ουδέποτε κόβεις πραγματικά δρόμο από τέτοιες παρακάμψεις. Ουδέποτε κερδίζεις χρόνο. όχι πως δεν έχουν τα οφέλη τους. Για παράδειγμα, βλέπεις καινούργια μέρη. Χωριά που δεν είχες ξαναδεί ποτέ, με χαρακτηριστική την αισθητική της Ελληνικής υπαίθρου. Περνάς ας πούμε από την κεντρική πλατεία ενός χωριού βλέπεις ένα κοσμικόν κέντρον με χαρακτηριστικούς της τοπικής αρχιτεκτονικής οβελίσκους να κοσμούν την είσοδό του, μάνι-μάνι, προσδίδεται στην εκδρομή σου κι ένας πολιτιστικός χαρακτήρας. Καλέ, για όλα έχει φροντίσει το κράτος. Όχι, που έχετε το θράσος να το υβρίζετε.
Αυτό όμως για το οποίο νοιώθω την ανάγκη να αποτίσω την ευγνωμοσύνη μου στο κράτος, είναι το πνεύμα οικονομίας από το οποίο φροντίζει να διαπνέονται αυτές οι παρακάμψεις. Μπορεί βέβαια να καις ένα ρεζερβουάρ παραπάνω. Τι είναι όμως ένα ρεζερβουάρ, μπροστά στην τεράστια οικονομία που θα κάνεις αγοράζοντας ζαρζαβατικά από το παρακείμενο του δρόμου παράπηγμα?
Σταματάμε που λέτε παιδιά μου σε μια παράγκα στο πλάι του δρόμου κι ενώ ο αδελφός μου, όχι χωρίς ένα σφίξιμο στην καρδιά βλέπει να μας προσπερνάει μια νταλίκα που μόλις είχαμε προσπεράσει εμείς, εγώ ψώνισα :
2 κιλά ντομάτες,
1 ½ κιλό μελιτζάνες,
1 ½ κιλό πιπεριές,
1 κιλό κρεμμύδια βατικιώτικα εξαιρετικά,
1 κιλό ολόφρεσκα κολοκυθάκια με τα λουλούδια τους
και 3 αγγούρια με το συμπάθειο,
προς 5 ευρώ και 40 λεπτά ακριβώς.
Ενθουσιασμένη λοιπόν από τα εξαιρετικά όσο και πάμφθηνα ψώνια μου, την παράκαμψη των μεσαζόντων που λυγίζουν την εθνική οικονομία και που ισοφάρισα τον αδελφό μου για την σιχαμένη παράκαμψη με μια στάση που εκείνος σιχαίνεται, ξαναμπήκα στο αυτοκίνητο σα χαρούμενο πουλάκι, για άλλες δυόμιση ώρες ευτυχούς μποτιλιαρίσματος.
Εχτές το απογευματάκι λοιπόν σκέφτηκα πηγαίνοντας τη Μάγια στο κομμωτήριο για μπάνιο και χτένισμα μια και είχε τζιβιάσει στη θάλασσα το μαύρο, δεν φτιάχνω γεμιστά, να φάω και αύριο, να βάλω και μερικά στην κατάψυξη, τώρα που τα κηπευτικά μου είναι φρέσκα?
Χρησιμοποίησα :
4 μελιτζάνες
3 ντομάτες
4 πιπεριές
7 κολοκυθοανθούς
2 κρεμμύδια
αντίστοιχο ενός μάτσου δυόσμου από τη γλάστρα μου
1 ματσάκι μαιντανό αγοραστό
επαρκή ποσότητα σχοινόπρασσου επίσης από τη γλάστρα
2 κ.σ. φρέσκια ρίγανη
2 σακουλάκια κουκουνάρι
3 κ.σ. σταφίδα
1 ποτήρι χυμό ντομάτας
10 κ.σ. ελαιόλαδο
Φτάνωντας στο βασικό υλικό της γέμισης σκέφτηκα ότι στην διατροφή χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη που ακολουθώ, το λευκό ρύζι δεν είναι και ό,τι καλύτερο. Το αναποφλείωτο πάλι, φοβήθηκα μήπως δεν βράσει. Λέω λοιπόν δεν βάζω μπληγούρι?
Κι έβαλα και
2 κούπες μπληγούρι
Πως τα έφτιαξα :
Κατ αρχήν άδειασα τις μελιτζάνες από τη σάρκα τους και την ψιλόκοψα. Πασπάλισα με αλάτι το εσωτερικό των μελιτζάνων και την ψιλοκομμένη ψίχα και τα άφησα να ξεπικρίσουν.
Άδειασα την σάρκα των ντοματών και των πιπεριών. πασπάλισα ελάχιστη ζάχαρη στο εσωτερικών των ντοματών.
Αράδιασα τα πάντα σε ταψάκια.
Ψιλόκοψα όλα τα μυρωδικά και τα κρεμμύδια.
Σε κατσαρόλα ζέστανα το ελαιόλαδο και ρόδισα το κρεμμύδι να γίνει διαφανές. Προσέθεσα το μπληγούρι και το έφερα 1-2 γυροβολιές να καβουρδισθεί ελάχιστα. Αυτή η διαδικασία βοηθάει να μη λασπώσει στο μαγείρεμα. Προσέθεσα την ψιλοκομμένη ψίχα της μελιτζάνας (αφού την ξέβγαλα με νεράκι), της ντομάτας και της πιπεριάς. Λίγο χυμό ντομάτας, τα μυρωδικά και ανακάτεμα. Τέλος προσθέτω τα κουκουνάρια και τις σταφίδες, 1 κούπα νερό και χαμηλώνω τη φωτιά. Αφήνω να πάρει μια βράση και σβήνω τη φωτιά. πασπαλίζω σύμπασα τη γέμιση με πιπέρι από το μύλο.
Γέμισα τα αδειασμένα λαχανικά και τους κολοκυθοανθούς. Έβρεξα τα γεμιστά με άλλο λίγο χυμό ντομάτας και ελάχιστο ελαιόλαδο.
Τα έψησα στους 180 βαθμούς για περίπου μισή ώρα.
Το μπληγούρι γίνεται γρηγορότερα από το ρύζι. Αν τα κάνετε με ρυζάκι υπολογίστε κανένα τεταρτάκι ακόμα.
Κι ένα tip για κλάσσικά γεμιστά με ρύζι. Αν και παραδοσιακά οι γιαγιάδες μας τα φτιάχνανε με ρύζι καρολίνα, εμένα τα στούμπος γεμιστά δε μ’ αρέσουν. Χρησιμοποιούσα λοιπόν νυχάκι, ώσπου μια φορά αποφάσισα να τα κάνω με αρωματικό ρύζι γιασεμί. Σας πληροφορώ ότι είναι έξοχα. Δοκιμάστε τα όμως μόνο αν τα θέλετε πιο σπυρωτά.
Το αποτέλεσμα των γεμιστών με μπληγούρι ήταν αναπάντεχα πετυχημένο. Όσο έπρεπε σπυρωτό, και πολύ νόστιμο, έδινε μια άλλη διάσταση στα κλασσικά γεμιστά, χωρίς όμως να παρεκκλίνει σημαντικά από την αναμενόμενη μαμαδίλα που περιμένει κανείς να έχουν αυτά τα φαγητά.
Καλή επιτυχία
Magica de Spell
Tuesday, July 05, 2005
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
7 comments:
Κυρία Μάτζικά μου, καταρχήν γειά στα χεράκια σου!
Γουργούρισε η κοιλίτσα μου πρωί πρωί! Πάντα τέτοια! :-)
Να ρίξω μια ερωτησούλα, το άσχετο? Το μπληγούρι ήταν αγοραστό ή φτιαχτό? Γιατί έχω ακούσει να φτιάχνουν κιόλας.
Με αγοραστό κάνει?
Και μια ακόμα που μου ήρθε τώρα: να αντικαταστήσω το δυόσμο με βασιλικό? Κάνει?
Εννοείται ότι θα τα δοκιμάσω πάραυτα με τα λαχανικά που μου έστειλε ο πατερούλης από τον κήπο του!
Σε ευχαριστώ εκ των προτέρων!
Julia
Το δικό μου μπληγούρι ήταν αγοραστό.
Ο δυόσμος πιθανότατα μπορεί να αντικατασταθεί από βασιλικό, αλλά σε σαφώς μικρότερη ποσότητα.
Είναι θέμα προτίμησης.
Εγώ παρά την στραβοτιμονιά του μπληγουριού, τα προτιμώ λίγο παραδοσιακά τα γεμιστά. Κι έτσι τους βάζω τα κλασσικά μυρωδικά.
Μην το φοβάσαι όμως. Απάνω τους και αυτοσχεδίασε κατά το δοκούν.
Καλή η στραβοτιμονιά!! Πολύ γουσταρω τα πειράματα! ;)Με κους κους άραγες γίνεται η δουλειά;;; Έχω μία συμπάθεια στο κους κους...
Να είχα ενα πουλί
να το 'πιανα στο χέρι
να τουμπήξω το μαχαίρι
που πάει στη δασκάλα μου
και όλα της τα λέει...
:-)))
Κι όμως το μπληγούρι μου, δεν λάσπωσε καθόλου. Ηταν σπυρωτό, σπυρωτότατο και πολύ αφράτο. Θέλει λίγο προσοχή στο καβούρδισμα. Την άλλη φορά θα δοκιμάσω με αναποφλείωτο ρύζι.
A propos. Αν έχετε καμμιά συνταγή που σας ενδιαφέρει, με χαρά θα τη γράψω.
Ευχαριστώ για τα καλά λόγια.
Κατερίνα, το κουςκους θέλει ελάχιστο βράσιμο και μάλλον δεν κάνει για γεμιστά :-(
Οι αμαρτωλές είναι για το πυρ το εξώτερον.
Εξ άλλου η αμαρτία σε βρίσκει μόνη της όταν έρθει η ώρα σου. Δεν χρειάζεται να την αναζητήσεις. Η ζωή και συνεπώς η κουζίνα, είναι γεμάτες πειρασμούς.
Κατ'αρχήν παρουσιάσου με mail.
Υστερα, πράγματα χιλιοειπωμένα δεν έχει νόημα να ξαναειπωθούν. Κι εγώ αγαπώ τις αμαρτίες μου και δεν τις ξεχνάω. Δεν τις κουνάω όμως κιόλας.
Καλά είναι εκεί που αναπαύονται. Ανήκουν στο χρόνο και στον χώρο που έγιναν.
Σ΄αυτό το χρόνο και σ' αυτό το χώρο, δημιουργούμε μόνο καινούργια πράγματα. Αλλιώς το παρελθόν μας κρατάει πίσω.
Τι να σου κάνω, που μ' έκανες να φτιάξω και blog για να μπορέσω να σου σχολιάσω... Η...αμαρτία, αν κολλήσω, πάνω σου ;-)!
Άκου λοιπόν πώς έφτιαξα εγώ χθες το βράδυ γεμιστά, που μου ήρθε η όρεξη να μαγειρέψω στις 9:30 το βράδυ: Πιπεριές το βασικό υλικό, και στη γέμιση κρεμμύδια γλυκά, μανιταράκια μικρά, καρύδια αντί κουκουνάρια της ορίτζιναλ πολίτικης συνταγής, ρύζι νυχάκι (αυτό μας βρισκότανε, ήτανε και λίγο, έπρεπε να βρω τρόπο να φτουρήσει, εξ ου η έμπνευσις των μανιταριών), σταφίδες μπόλικες κορινθιακές, ελαιόλαδο, αλατοπίπερο και λίγο-μια σταλιά- ξερό σχοινόπρασσο από το νεοαποκτηθέν. Μια χαρά γίνανε. Έλα όμως που θα τα απολαύσω μόνη μου... Πώς γίνεται ρε παιδί μου, όταν μου βγαίνει καμιά καλή συνταγή έτσι από το πουθενά, να μη βρίσκεται κανείς να την απολαύσουμε την αμαρτία μαζί...
Post a Comment